Όσιος Παΐσιος – Η εμπιστοσύνη στον πνευματικό




- Γέροντα, αν στεναχωρηθεί κάποιος πολύ γιατί τον μάλωσε για κάποιο σφάλμα του ο πνευματικός, και πέσει σε λύπη, αυτό έχει μέσα εγωισμό;
- Εμ βέβαια, έχει μέσα και εγωισμό. Αν στεναχωρηθεί κατά θεόν, θα έχει παρηγοριά, θα έχει και πρόοδο γιατί θα προσπαθήσει να μην το ξανακάνει. Πρέπει να λέει τις δυσκολίες, τους λογισμούς του, τις πτώσεις του στον πνευματικό, και να δέχεται με χαρά και την ήπια και την αυστηρή συμπεριφορά του, γιατί όλα από αγάπη και ενδιαφέρον γίνονται για την πρόοδο της ψυχής του.
– Και αν , Γέροντα, δεν δέχομαι το μάλωμα ή την παρατήρηση;…
 – Αν δεν δέχεσαι, θα μείνης αδιόρθωτη. Όσοι δεν δέχονται τις παρατηρήσεις ούτε και από τους ανθρώπους που τους αγαπούν, τελικά παραμένουν στραβόξυλα και αχρηστεύονται μόνοι τους πνευματικά. Όπως οι σανίδες που δεν δέχονται το πλάνισμα του μαραγκού, για να γίνουν έπιπλα, καταλήγουν στα μπετά ή στις σκαλωσιές και πατιούνται και λασπώνονται, μέχρι που καταλήγουν στην φωτιά, έτσι και αυτοί στο τέλος καταστρέφονται.
– Γέροντα, όταν κάποιος διαφωνεί σε ένα θέμα με τον πνευματικό του, τι πρέπει να κάνει;
– Να πει απλά και ταπεινά τον λογισμό του. Βέβαια χρειάζεται πολλή προσοχή στην επιλογή του πνευματικού, ώστε να μπορεί κανείς να τον εμπιστεύεται και να αναπαύεται με την καθοδήγησή του.
– Συμφέρει, Γέροντα, όταν κανείς βλέπει κάτι διαφορετικά από τον πνευματικό , να επιμένει στην γνώμη του;
– Όχι, γιατί δεν ξέρει τί κρύβεται πίσω από αυτό που ο ίδιος δεν θεωρεί σωστό. Για να καταλάβει π.χ. κάποιος τί κρύβεται πίσω από μια ενέργεια του πνευματικού του ίσως ο πνευματικός να πρέπει να του πει την εξομολόγηση ενός άλλου. Επιτρέπεται να πει την εξομολόγηση ενός άλλου; Ασφαλώς όχι. Ας πούμε ότι έχει συνεννοηθεί με τον πνευματικό να τον δει την τάδε ώρα, αλλά την ώρα εκείνη πηγαίνει και κάποιος άλλος που είχε λογισμούς να αυτοκτονήσει και ο πνευματικός παίρνει πρώτα εκείνον. Οπότε σκέφτεται: « Πήρε πρώτα αυτόν, εμένα με περιφρονεί » . Πώς να του πει όμως ο πνευματικός ότι αυτός είχε φθάσει στο σημείο να κάνει απόπειρα αυτοκτονίας; Αν του εξηγήσει, καταστρέφει, χαντακώνει τον άλλον. Ενώ, αν σκανδαλιστεί αυτός ή αν κατεβάσει μούτρα, δεν θα γίνει μεγάλο κακό. Μια φορά έτσι σκανδαλίσθηκαν μερικοί που ήρθαν εκεί στο Καλύβι. Ήταν κάποιος που τον κατάφεραν με πολλή δυσκολία οι δικοί του να έρθει να συζητήσουμε και τον δέχθηκα με πολλή χαρά. Τον ασπάσθηκα, του έδωσα κομποσχοίνι, εικονάκια. Οι άλλοι παρεξηγήθηκαν. « Εμάς ο Γέροντας, είπαν, ούτε μας έδωσε σημασία » . Αυτός ο καημένος ήταν άσωτος. Εγώ ήξερα λεπτομέρειες για την ζωή του. Έφυγε μετά άλλος άνθρωπος. Χίλιες φορές να σκανδαλισθούν οι άλλοι. Δεν μπορείς , για να αναπαύσεις τον έναν με μια εξήγηση, να καταστρέψεις τον άλλον.
-Απόσπασμα από το Βιβλίο:«ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ» – ΛΟΓΟΙ Γ΄ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ


Πηγή:  hellas-orthodoxy.blogspot.gr

"Θέλω να πάρεις το καλάθι και να πας στο ποτάμι να μου φέρεις νερό"

Παναγία η Ελεούσα


Ζούσε κάποτε, σ’ ένα χωριό μία χήρα πολύ φτωχιά με το μοναχογιό της. Για να μεγαλώσει το παιδί της ξενοδούλευε κι επειδή έβαλε σ’ αυτό όλο το μεράκι της,άπ’ τον καημό της αποφάσισε να το σπουδάσει.
Πήγε λοιπόν κι έπεσε στα γόνατα μπροστά στην Παναγία κι έλεγε: «Παναγία μου αξίωσέ με εμένα την αμαρτωλή να σπουδάσω το μοναχογιό μου». Έτσι με χίλιες στερήσεις και προσευχές κατάφερε η φτωχή χήρα να σπουδάσει το γιό της γιατρό.
Κάποια μέρα, με το δίπλωμα στην τσάντα ξεκίνησε ο γιατρός να επισκεφτεί τη μάνα του,που είχε πιά γεράσει, για να την ευχαριστήσει. Η μάνα τον υποδέχτηκε με πολλή χαρά και με βαθιά ευγνωμοσύνη στην Παναγία, που την αξίωσε να πραγματοποιήσει το όνειρο της ζωής της.
Την άλλη μέρα, Κυριακή, πηγαίνει και ξυπνάει το γιό της και του λέει: «Σήκω, γιέ μου, να πάμε να ευχαριστήσουμε την Παναγία για την προκοπή σου. Ο γιατρός όμως της αρνήθηκε να πάει στην εκκλησία, γιατί δεν πίστευε, όπως είπε, στα λόγια της και τα θεωρεί ξεπερασμένα.
Η μάνα φαρμακώθηκε, δεν είπε τίποτε, μόνο πήγε μονάχη της κι έκλαψε μπροστά στην εικόνα της Μεγαλόχαρης με ευχαριστία αλλά και πόνο. Όταν γύρισε στο σπίτι, ο γιός της, ο γιατρός, τη ρώτησε: «Ε μάνα, τι κατάλαβες απ’ τα λόγια της εκκλησίας, εσύ, αγράμματη γυναίκα;»
Η χήρα δεν απάντησε, μόνο έπιασε ένα καλάθι από την αποθήκη και του λέει: «Γιε μου, το πρωί δεν με άκουσες να ‘ρθείς μαζί μου στην εκκλησία. Συγχωρεμένος να είσαι. Τώρα όμως θέλω να μου κάνεις μία άλλη χάρη και μη μου την αρνηθείς.
Θέλω να πάρεις το καλάθι και να πας στο ποτάμι να μου φέρεις νερό. «Μα με το καλάθι να σου φέρω νερό, μάνα; Τόσο τα χεις χαμένα»;Λέει εκείνος. «Πήγαινε εσύ για το χατίρι μου, του απαντάει εκείνη, κι ο,τι θέλει ας γίνει».
 Παραξενεμένος ο γιατρός, πηγαίνει στο ποτάμι, βουτάει μέσα το καλάθι, το βγάζει και γυρίζει στο σπίτι με το καλάθι άδειο. «Να, μάνα το καλάθι σου, όπως μου το ‘δωσες. Σου την έκανα την χάρη. Βλέπεις εσύ να έχει νερό μέσα;», λέει ο γιατρός.«Ευχαριστώ, γιέ μου, που μ’ άκουσες. Βλέπεις όμως εσύ το καλάθι όπως σου το’δωσα»; Απαντάει η μάνα.
«Έ ναί, μόνο που είναι βρεγμένο». «Βλέπεις λοιπόν, γιέ μου, ότι δεν είναι το ίδιο, όπως σου το ‘δωσα; Το πήρες στεγνό, κατάξερο και μου το ‘φερες μουσκεμένο. Έτσι κι εγώ πηγαίνω αγράμματη στην εκκλησία, δεν φέρνω τη σοφία της, αλλά είμαι δροσισμένη άπ’ τη χάρη της και αυτό με συντηρεί τόσα χρόνια και κατάφερα με τη χάρη Της να σε σπουδάσω.
Τότε κατάλαβε ο γιατρός, ότι ο Θεός «εμώρανε την σοφία του κόσμου τούτου… και τα μωρά του κόσμου εξελέξατο…» κι έβαλε μετάνοια στη μάνα του και πήγαν ύστερα μαζί στην εκκλησία κι ευχαρίστησαν την Παναγία.

Του μακαριστού Οικονόμου π. Ευέλθωντος Χαραλάμπους
http://perivolipanagias.blogspot.gr/

Άγιος Παΐσιος: Η αγάπη του Χριστού μας διαλύει όλα τα προβλήματα




 Γέροντα ποιο είναι το μέτρο της αγάπης;
 - Το «αγαπάτε αλλήλους, καθώς εγώ ηγάπησα υμάς».
 Με αυτό ο Χριστός εννοεί ότι πρέπει πάντοτε να θυσιαζόμαστε για τους άλλους, όπως Εκείνος θυσιάστηκε για μας.
 - Μπορεί Γέροντα, μέσα στην θυσία να υπάρχει θέλημα;
 - Ναι, μπορεί. Θυμάμαι -λαϊκός ήμουν ακόμη- κάποιος Κονιτσιώτης, αμέσως μετά την Ανάσταση έλεγε εις επήκοον πάντων: «Θα πάω πάνω στο Μοναστήρι, στην Παναγία, να ανάψω τα καντήλια».
 Με τον τρόπο όμως που το έλεγε, έβλεπες ότι είχε υπερηφάνεια, θέλημα...
Πήγαινε λοιπόν την νύχτα στο μοναστήρι, για να ανάψη τα καντήλια, δύο ώρες δρόμο να πάη και δύο να γυρίση.
Και τι δρόμο; κακόδρομο. Και στο εκκλησάκι ήταν όλα εγκαταλελειμμένα, πετάμενα εδώ κι εκεί που να βρή καντηλήθρα και φιτίλο. Και τελικά, έκανε όλον αυτόν τον κόπο και όλα πήγαιναν χαμένα.
Αν του έλεγε κανείς «τώρα που θα πάς στο σπίτι σου άναψε το καντήλι», μπορεί και να μην το άναβε.
Αν ήθελε πραγματικά να κάνη θυσία, έπρεπε να πάη απλά, αθόρυβα, στο μοναστήρι και να ανάψη τα καντήλια.
- Δηλαδή, Γέροντα, μπορεί κάποιος να κάνη μια θυσία από υπερηφάνεια;
- Πως δεν μπορεί; Μπορεί να θυσιάσει, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος την ζωή του και αγάπη να μην έχη.
- Έχει αξία αυτή η θυσία;
- Δεν θυμάσαι τι λέει πάλι ο Απόστολος Παύλος;
«Αγάπην δε μη έχων, ουδέν ειμί». Η θυσία, για να είναι κατά Θεόν, πρέπει να μην έχει ανθρώπινα στοιχεία, ιδιοτέλεια, υπερηφάνεια κ.λ.π.
Όταν θυσιάζεται κανείς ταπεινά, τότε έχει αγάπη και τότε συγκινεί τον Θεό.
Όταν μιλάω για αγάπη μιλάω για την αληθινή, την γνήσια αγάπη που έχει αρχοντιά.
Γιατί μπορεί κανείς να αναπαύεται με τον λογισμό του ότι έχει αγάπη, επειδή τα δίνει όλα, και όμως αγάπη να μην έχει, επειδή μέσα στην αγάπη του αυτή, έχει τον εαυτό του, επειδή δηλαδή αποβλέπει σε ατομικό του συμφέρον.
Για να είναι γνήσια η αγάπη μας, πρέπει να την εξαγνίσουμε, να βγάλουμε τον εαυτό μας από την αγάπη μας. Και όταν όλοι βγάζουν τον εαυτό τους από την αγάπη τους, τότε ο ένας είναι μέσα στον άλλο και όλοι είναι ένα και είναι πια ενωμένοι από την μία αγάπη του Χριστού. Και μέσα στον Χριστό είναι όλα τα προβλήματα λυμένα,διότι η αγάπη του Χριστού μας διαλύει όλα τα προβλήματα.
Από το βιβλίο: «Πάθη και Αρετές»

Η χάρη της ελεημοσύνης




Κάποτε που βάδιζα με τον άγιο στην πλατεία της πόλεως, βλέπω δεξιά μου έναν άνθρωπο κάτι να ψιθυρίζει. Τον ακολουθούσαν πολλοί φτωχοί ζητώντας του βοήθεια. Κι εκείνος κάνοντας τάχα ότι τους διώχνει, τους έβαζε στο χέρι την ελεημοσύνη του. Έτσι κρυβόταν από τους ανθρώπους. Μόλις το πρόσεξα, σκούντησα τον όσιο και του είπα για την αρετή του ανθρώπου αυτού. Κι εκείνος μού λέει:
– Στα μάτια του Θεού είναι μέγας. Τον ξέρω, γιατί αρκετές φορές βρεθήκαμε μαζί.
Ύστερα από μερικές ημέρες τον ρώτησα σχετικά με αυτή την αρετή και μου διηγήθηκε ένα παράδοξο θαύμα.
– Ήμουνα τότε, μού είπε, μικρό παιδί, δώδεκα χρονών περίπου, και είχα πάει στην εκκλησία του αποστόλου Θωμά να προσευχηθώ. Βρήκα εκεί ένα γέροντα να διδάσκει το λαό. Μεταξύ άλλων, μίλησε και για την ελεημοσύνη. Είπε ότι αυτός που δίνει κάτι στους φτωχούς είναι σαν να το καταθέτει στα χέρια του Κυρίου. Όταν το άκουσα αυτό παραξενεύθηκα και κατέκρινα τον άνθρωπο του Θεού ότι ήταν ψεύτης. Γιατί έλεγα μέσα μου: αφού ο Κύριος είναι στους ουρανούς στα δεξιά του Πατέρα του, πώς θα βρεθεί στη γη, για να πάρει αυτά που δίνουμε στους φτωχούς;
Καθώς όμως βάδιζα και συλλογιζόμουν όσα άκουσα, βλέπω κατά σύμπτωση ένα κουρελιάρη φτωχό που πάνω από το κεφάλι του -τι θαύμα!- στεκόταν η μορφή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Εκεί που προχωρούσε ο φτωχός τον συνάντησε κάποιος ελεήμων και του έδωσε ένα κομμάτι ψωμί. Μόλις λοιπόν άπλωσε το χέρι του ο φιλόπτωχος εκείνος προς το ζητιάνο, άπλωσε και ο Κύριος το χέρι του από την εικόνα, πήρε το ψωμί και τον ευχαρίστησε. Έπειτα το έδωσε στον φτωχό. Ούτε αυτός όμως ούτε κι ο ελεήμων κατάλαβαν τίποτε.
Θαύμασα και πίστεψα. Από τότε ήξερα ότι όποιος δίνει στους αδελφούς ό,τι έχουν ανάγκη, το βάζει πραγματικά στα χέρια του Χριστού. Αυτή την εικόνα του Χριστού τη βλέπω να στέκεται πάνω απ’ όλους τους φτωχούς και γι’ αυτό με δέος ασκώ όσο μπορώ, την αρετή της ελεημοσύνης που τόσο ευχαριστεί τον Κύριο.
Άγιος Νήφων Κωνσταντιανής

Για Μαθηματικά κι όχι μόνο...