ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΡΩΣΟΣ ΣΕ ΜΗΧΑΝΙΚΟ: «ΝΑ ΔΕΧΘΕΙΣ ΤΗΝ ΚΡΑΝΙΟΤΟΜΗ».

Γνωστός πολιτικός Μηχανικός της Αθήνας μετά από πολλές εργαστηριακές έρευνες μαθαίνει από τους γιατρούς του, ότι τόσο οι έντονοι πονοκέφαλοι, όσο και εν γένει αλλαγή στην διάθεσή του οφείλεται σε κακοήθη όγκο που είχε στον εγκέφαλο.
Τον προτρέπουν να αποφασίσει αυτός και μόνο να του γίνει κρανιοτομή στο ύψος του μετώπου και γύρω – γύρω για να αφαιρεθεί ο όγκος.
Ρωτάει για τις αρνητικές επιπτώσεις. Οι γιατροί του λένε όλους τους κινδύνους, όλη την αλήθεια. Δεν αποφασίζει όμως. Μελαγχολεί και αρχίζει να υποφέρει πολύ περισσότερο.
Λίγες ημέρες μετά, κατά τις 3 η ώρα τα ξημερώματα, χτυπάει το τηλέφωνό του:
-Θείε εσύ; Η ανιψούλα του δώδεκα ετών κοριτσάκι, ένα σωστό αγγελούδι. Θείε μου σου ζητώ συγγνώμη για το τηλεφώνημα αυτή την ώρα. Αλλά μόλις ξύπνησα. Είδα ένα όνειρο για σένα. Είδα στον ύπνο μου έναν ωραίο, ψηλό, ξανθό νέο που μου είπε: «Παιδί μου είμαι ο Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος, πες στο θείο σου τον Μηχανικό να δεχθεί την κρανιοτομή για την αφαίρεση του όγκου, εγώ θα κρατώ το χέρι του χειρούργου, δεν θα πάθει καμιά ζημιά». Θείε μου μην πεις όχι στον Άγιο.
Δέχεται ο Μηχανικός, γίνεται η επέμβαση και η αφαίρεση του όγκου.
Πως έλαμπαν τα πρόσωπα όλων, όταν τους είδαμε εδώ στην Εκκλησία του Αγίου με πρώτη την χαριτωμένη ανιψούλα που μίλησε με τον Άγιο! Έβγαλε το καπέλο του ο Μηχανικός και οι γάζες ήταν ακόμη γύρω στην τομή. «Οι γιατροί μου είπαν, πάτερ, πως δεν έπρεπε να βγω ακόμη. Δεν μπορούσα όμως. Έπρεπε να έρθω, να ευχαριστήσω με την ψυχή και την καρδιά μου αυτόν τον θαυμαστό Άγιο, που τρέχει παντού, χωρίς καν να τον επικαλεσθείς!».


Πηγή: http://panagiamegalohari.gr/

ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ: Οι σκαπανείς της ελληνικής παιδείας και του χριστιανικού βιώματος.

Στις 30 Ιανουαρίου γιορτάζουμε τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών, όπως θεσπίστηκε στα βυζαντινά χρόνια γύρω στα 1100 μ.Χ. στους χρόνους των Κομνηνών, προκειμένου να σταματήσει η διαμάχη ως προς την αξία του καθενός ξεχωριστά.
Η Πανεπιστημιακή Σύγκλητος του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών το 1842 καθιέρωσε την ημέρα της γιορτής τους, ως ημέρα της Ελληνικής Παιδείας και Γιορτή των Γραμμάτων, αφού οι Τρεις Ιεράρχες ήταν Μεγάλοι Δάσκαλοι αλλά και Πατέρες της Εκκλησίας. Έτσι κάθε χρόνο, στις 30 Ιανουαρίου γιορτάζουμε όλοι μας αλλά ιδιαίτερα η Εκπαίδευση, περίλαμπρα την γιορτή των Τριών μεγίστων φωστήρων της Εκκλησίας μας, τον Βασίλειο τον Μέγα, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, τα γλυκά αυτά στόματα του ελληνικού και χριστιανικού λόγου, που με τις λαμπρές προσωπικότητές τους και το πολυσήμαντο έργο τους φώτισαν όλον τον Χριστιανικό κόσμο κι όχι μόνο.
Οι Τρεις Ιεράρχες ήταν άνθρωποι μορφωμένοι, σοφοί, επιφανείς θεολόγοι με πλούσια κοινωνική και φιλανθρωπική προσφορά. Το έργο τους είναι τεράστιο και όλοι οι φτωχοί, οι άρρωστοι, τα ορφανά και οι ηλικιωμένοι έβρισκαν καταφύγιο κοντά τους. Η μεγάλη τους καρδιά γινόταν στέγη για όσους την είχαν ανάγκη. Μάλιστα ήταν τόση η καλοσύνη και η φιλανθρωπία τους, που δεν υπολόγισαν σε καμία περίπτωση τα επίγεια πλούτη τους. Πολλές φορές οι Ιεράρχες με τα ίδια τους τα χέρια, έδεναν τις πληγές των αρρώστων. Τίποτε δεν τους φόβιζε. Ακόμη και τους λεπρούς περιποιούνταν. Οι Τρείς Ιεράρχες ήταν και ιεραπόστολοι. Δίδασκαν τη Χριστιανική θρησκεία και το Λόγο του Κυρίου με πάθος, γεγονός που σε συνδυασμό με τη μεγάλη τους μόρφωση, τους έφερε αντιμέτωπους με βασιλιάδες και άρχοντες.

Ο ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ή ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ
Γεννήθηκε στη Νεοκαισάρεια του Πόντου γύρω στο 330 μ.Χ., αλλά μεγάλωσε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Οι πλούσιοι γονείς του φρόντισαν να πάρει μεγάλη μόρφωση. Σπούδασε στην Καισάρεια και κατόπιν στην Κωνσταντινούπολη, στην Αλεξάνδρεια και στην Αθήνα όπου συνδέθηκε με τον αδελφικό του φίλο Γρηγόριο το Ναζιανζηνό.
Ο Μέγας Βασίλειος θεμελίωσε τη Χριστιανική του Θεολογία, αντλώντας επιλεκτικά κείμενα από την αρχαιοελληνική και κυρίως από την πλατωνική φιλοσοφία. Καθημερινά δίδασκε τους ανθρώπους εξηγώντας το Ευαγγέλιο. Συμβούλευε τη νεολαία να διαβάζει την ελληνική ιστορία, μυθολογία, ποίηση και φιλοσοφία. Έγραψε πολλά βιβλία, επιστολές, κηρύγματα, ομιλίες, προσευχές και τη Θεία Λειτουργία που φέρει το όνομά του. Ίδρυσε μια ολόκληρη πόλη, που φέρει το όνομά του, τη Βασιλειάδα. Αποτελείται από ιδρύματα, νοσοκομεία, ορφανοτροφεία, ξενώνες, εργαστήρια, σχολεία, για τα οποία διέθεσε όλα του τα υπάρχοντα. Κατά το φοβερό λιμό του 367-368 έσωσε από βέβαιο θάνατο όλους τους φτωχούς της ευρύτερης περιοχής της Καισαρείας
Ιστορική έμεινε η απάντηση που έδωσε στο φιλαρειανό απεσταλμένο του αυτοκράτορα, ύπαρχο Μόδεστο, όταν τον απείλησε αυστηρά με δήμευση της περιουσίας του, εξορία, βασανιστήρια και θάνατο: «Τίποτε από αυτά δε φοβάμαι» απάντησε ο Βασίλειος, «γιατί περιουσία δεν έχω παρά μόνο τα φτωχά μου ρούχα και λίγα βιβλία. Εξορία δε φοβάμαι, γιατί όλοι σ’ αυτή τη ζωή είμαστε σαν τα πουλιά χωρίς μόνιμη στέγη. Βάσανα δε λογαριάζω, γιατί το ασθενικό μου σώμα γρήγορα θα πεθάνει. Κι ο θάνατος θα με φέρει πιο κοντά στο Θεό, για τον οποίο ζω και εργάζομαι». Εξαιτίας του φιλάσθενου οργανισμού του και του αφάνταστου κόπου του έργου του πέθανε νέος, μόλις 49 ετών, στις 31 Δεκεμβρίου του 378. Η κηδεία του έγινε την 1η Ιανουαρίου του 379 με πρωτοφανείς εκδηλώσεις σεβασμού και τιμής από εχθρούς και φίλους. Η Εκκλησία μας τον τιμάει ως Άγιο την 1η Ιανουαρίου και στις 30 του ίδιου μήνα, γιορτή των Τριών Ιεραρχών.
Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
Γεννήθηκε το 345 στην Αντιόχεια της Συρίας. Πολύ νωρίς έμεινε ορφανός από τον πατέρα του και το βάρος της ανατροφής έπεσε στην μητέρα του, την ενάρετη Ανθούσα.
Μετά τις λαμπρές φιλοσοφικές και νομικές σπουδές του, ο Ιωάννης άσκησε στην Αντιόχεια το επάγγελμα του δικηγόρου. Γρήγορα όμως τον τράβηξαν οι θεολογικές σπουδές. Ο Ιωάννης δέχτηκε τη χάρη της ιεροσύνης και υπηρέτησε την Εκκλησία. Με τα λαμπρά του κηρύγματα, εξαιτίας αυτών τον ονόμασαν και Χρυσόστομο και κυρίως με το έξοχο παράδειγμά του μαγνήτιζε τις ψυχές των πιστών. Είχε κατορθώσει να τρέφει καθημερινά πάνω από 3000 φτωχούς.
Η φήμη και το καλό όνομά του έγιναν ευρέως γνωστά σε όλη τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και εξελέγη Αρχιεπίσκοπος. Στα φλογερά του κηρύγματα καλούσε σε ηθική ανόρθωση την κοινωνία και ασκούσε αυστηρή κριτική στον κλήρο και στους κυβερνώντες προκαλώντας τις αντιδράσεις της αυτοκράτειρας Ευδοξίας και των εκκλησιαστικών κύκλων. Εκθρονίστηκε και καταδικάστηκε σε εξορία, αλλά ο λαός πέτυχε την ματαίωσή της. Στις 14 Σεπτεμβρίου του 407 πέθανε από τις κακουχίες και τις στερήσεις. Η Εκκλησία μας τιμάει την μνήμη του στις 13 Νοεμβρίου, στις 27 Ιανουαρίου και στις 30 Ιανουαρίου μαζί με τους άλλους δύο Ιεράρχες.
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ ή ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΝΑΖΙΑΝΖΙΝΟΣ
Ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε το 329μ.Χ. στην Αριανζό, κοντά στη Ναζιανζό της Καππαδοκίας, γι’ αυτό και ονομάστηκε Ναζιανζηνός. Όπως και ο Άγιος Βασίλειος καταγόταν από εύπορη οικογένεια. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στη Ναζιανζό και κατόπιν στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Εκεί γνωρίστηκε με το Βασίλειο, που είχαν σχεδόν την ίδια ηλικία και συνδέθηκαν με αδελφική φιλία. Ύστερα από χρόνια μπροστά στην επιμονή του φίλου του και Αρχιεπισκόπου Καισαρείας Βασιλείου, δέχτηκε και χειροτονήθηκε από τον ίδιο, Επίσκοπος της κωμόπολης των Σασίμων.
Ο Γρηγόριος αναδείχτηκε το 380 Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και Πρόεδρος της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου. Από αυτή τη θέση, το 381, μαζί με άλλους άρχοντες της Εκκλησίας, στερέωσαν την Πίστη και την Ορθοδοξία συμπληρώνοντας το Σύμβολο της Πίστεως που άρχισε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος. Για να εξασφαλίσει όμως την ειρήνη της Εκκλησίας παραιτήθηκε από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο και την προεδρία της Συνόδου και επέστρεψε στον τόπο του όπου πέρασε την υπόλοιπη ζωή του με προσευχή, διάβασμα, φιλανθρωπία και συγγραφή βιβλίων. Άσκησε μεγάλο κοινωνικό έργο καθώς βρίσκονταν συνεχώς στο πλευρό του ποίμνιού του σε κάθε περίσταση και ανάγκη. Πέθανε το 390 μ.Χ. Η Εκκλησία μας τον κατέταξε ανάμεσα στους Αγίους της και τον τιμά ξεχωριστά στις 25 Ιανουαρίου αλλά και 30 του ίδιου μήνα, γιορτή των Τριών Ιεραρχών.
Και οι τρεις άνδρες ανέπτυξαν πλούσια φιλανθρωπική και κοινωνική δράση, γι’ αυτό η Εκκλησία μας του τιμά χωριστά αλλά και μαζί στην Γιορτή των Τριών Ιεραρχών. Εν κατακλείδι, οι Τρεις Ιεράρχες έδειξαν με τη ζωή και το έργο τους ότι η πίστη προς το Θεό και η ανιδιοτελής αγάπη προς τον συνάνθρωπο μπορούν και αξίζει να συμπορεύονται.

Το Απολυτίκιο
Τους τρεις μεγίστους φωστήρας, της Τρισηλίου Θεότητος,
τους την οικουμένην ακτίσι, δογμάτων θείων πυρσεύσαντας·
τους μελιρρύτους ποταμούς της σοφίας, τους την κτίσιν πάσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας·
Βασίλειον τον μέγα, και τον θεολόγον Γρηγόριον, συν τω κλεινώ Ιωάννη, τω την γλώτταν χρυσορρήμονι·
πάντες οι των λόγων αυτών ερασταί, συνελθόντες ύμνοις τιμήσωμεν·
αυτοί γαρ τη Τριάδι, υπέρ ημών αεί πρεσβεύουσιν.


Πηγή: http://orthodoksiierapostoli.blogspot.gr/

Ο Παπα – Δημήτρης Γκαγκαστάθης [29.1. 1975].

Ο παπά – Δημήτρης γεννήθηκε το 1902 στον Πλάτανο Τρικάλων, χωριό που για 42 ολόκληρα χρόνια, (1931-1973) υπηρέτησε ως εφημέριος «ελλαμπόμενος από τας ακτίνας του Αγίου Πνεύματος». Και εκεί στις 29 Ιανουαρίου, 1975, «εξήχθη εις αναψυχήν, συναντήσας το Φως της ζωής». Η φτώχεια δεν του επέτρεψε να πάρει μόρφωση και μικρός έγινε τσοπανόπουλο. Βόσκοντας, όμως, τα πρόβατα, άρχισε να έχει τις πρώτες πνευματικές εμπειρίες. Γράφει ο ίδιος: “Για να ενδυναμώσω την πίστη μου διάβαζα στην καλύβα μου βίους Αγίων. Απέφευγα τις συναναστροφές του κόσμου.
Επί τούτου επήγαινα στις πιο βαθιές χαράδρες και προσευχόμουν. Πολλά βράδυα έρχονταν δαίμονες (...) για να με εξοντώσουν αλλά οι Αρχάγγελοι δεν τους επέτρεπαν και έφευγαν άπρακτοι”. Σε ηλικία 19 ετών κατατάχθηκε στην Χωροφυλακή. Πριν φύγει από το χωριό πέρασε από τους προστάτες του Αρχαγγέλους. “Τους προσκύνησα και τους παρακάλεσα: Με καλεί η πατρίδα να πηγαίνω. Σας θέλω να με ενισχύσετε, να με βοηθήσετε και να έλθω πάλιν σώος και αβλαβής, όπως φεύγω τώρα”. Πολέμησε στην Μικρά Ασία. Στην μεγάλη καταστροφή της Σμύρνης, οι προστάτες του Αρχάγγελοι τον έσωσαν θαυματουργικώς πολλές φορές. Γράφει ο παπα-Δημήτρης:
“Έφθασα στην Σμύρνη Σάββατο, την ώρα που κτυπούσαν οι καμπάνες. Τι συγκινητικόν ήτο! Αργά την νύκτα έρχεται και πάλιν ο γέρων (εννοεί τον Αρχάγγελο) και μου λέγει: να (...) πας εις το δεύτερο λιμάνι. Περί ώρα 9, παρά τέταρτο, να μπεις εις το πλοίον και θα βγείς εις την Χίον. Εγώ είμαι μαζί σου, μη φοβείσαι. Έτσι και έγινε. Βγήκα εις την Χίο και έπειτα στην Αθήνα. Από την Αθήνα με έστειλαν εις την Κομοτηνή. Εκεί τακτικά εκκλησιαζόμουν και έμαθον και την ψαλτική. Γυρίζοντας από το στρατιωτικό εγράφηκα εις άλλο Δημοτικό Σχολείο και πήρα απολυτήριον έκτης Δημοτικού, για να γίνω Ιερεύς. Την 24ην Μαΐου 1931 έγινα Διάκονος και εις τας 26 του ιδίου μηνός έγινα Ιερεύς”. Τότε άρχισε η θαυμαστή ποιμαντική, ασκητική, ιερατική, εθνική και κοινωνική ζωή του παπα-Δημήτρη. Ως πατέρας (εννέα παιδιών μάλιστα), ιερεύς και ποιμένας, πονούσε με αγάπη ολόκληρο το ποίμνιο του, ολόκληρο το χωριό του. Είχε γεμίσει όλους τους χώρους του μικρού χωριού του με εικονοστάσια, σταυρούς, εικόνες κλπ. Ήταν φιλάνθρωπος, ελεήμων, ανοιχτόκαρδος, κοινωνικός, έχοντας πάντοτε καραμέλες για τους μικρούς και μικροποσά για τους ενδεείς μεγάλους. Ενδιαφερόταν για βιβλιοθήκες, έκανε επισκέψεις, έδινε δώρα, έστελνε επιστολές. Ήταν μέσα σ΄όλα, αλλά ουσιαστικά ζούσε έξω από όλα. Ήταν ασκητής στον κόσμο, έχοντας απόλυτη άνεση, με τον Θεό, με τους Ταξιάρχες και τους Αγίους. Μια φορά όταν πέρασε αβρόχοις ποσίν ένα πλημμυρισμένο ποτάμι, (για να σωθεί έτσι από εχθρούς) πολύ απλά είπε: “Ε ! τον τσακώσαμε τον Γιώργη, τον πιάσαμε τον Ευεργέτη”.
Ο Ηγούμενος τους Ι.Μ.Σιμωνόπετρας, Αιμιλιανός, που είχε στενό σύνδεσμο με τον παπα-Δημήτρη, γράφει: “Και ο ύπνος του σώματος του και η νήψις τους ψυχής του και η μύησις των οφθαλμών του και ο λόγος του και η σιωπή του ήσαν στοιχεία και μέσα επικοινωνίας με τον Θεόν και τους φίλους του Θεού. Εζη συνηρμοσμένος εν τω μυστικώ σώματι τους Εκκλησίας, έζη την Βασιλείαν του Θεού, τα φαινόμενα θεωρών, τα αόρατα κατανοών”.
Η πνευματικότητα, η πίστη του και η γενναιότητά του, φάνηκαν στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου. Η ευρύτερη περιοχή γύρω από τον Πλάτανο ελεγχόταν από τον ΕΛΑΣ. Ο παπα- Δημήτρης, μόνος παπάς σε όλη την περιοχή, αρνιόταν να συνοδοιπορήσει με τους κομμουνιστές. Κατήγγειλε τα άθεα πιστεύω τους.
Κυνηγήθηκε αλύπητα και κινδύνευσε πολλές φορές. Πολλοί, ακόμα και οι οικείοι του, του έλεγαν να σωπάσει, αλλά αυτός αρνιόταν. Γράφει: “Μου λέει η παπαδιά μου. Παπά χαζάθηκες τελείως; Εσύ θα φέρεις το αποτέλεσμα; Δεν βλέπεις όλους τους παπάδες των χωριών, που κάθονται στα σπίτια τους, δουλεύουν και τρώγουν με τους οικογένειες τους; Εγώ τους απαντώ. Θα πεθάνω για τον Χριστό και όχι για τον χρυσό. Κομμουνιστής εγώ δεν γίνομαι.” Ο παπα-Δημήτρης δεν φοβόταν γιατί συνοδοιπορούσε με τους Αγίους, τους Ταξιάρχες και τον Αη-Νικόλα. Γράφει ο ίδιος:
'Όταν στις 20 Οκτωβρίου 1945, Κυριακή πρωί, κτύπησα την καμπάνα, μας περιεκύκλωσεν αντάρτικος στρατός. Το χωριό μας ήταν με ομάδα εθνική και γι΄ αυτό ήθελαν να μας εξοντώσουν. Άρχισαν να ρίχνουν πυρά τους φοβερισμό. Εγώ μόλις είχα μπει στην Εκκλησία, έκαμα τον σταυρό μου, παρεκάλεσα τον Άγιο Νικόλαο και φεύγω. Εκείνοι από το φυλάκιο ρίξανε άφθονες σφαίρες με το πυροβόλο, καμία τους δεν με εκτύπησε. Ακολούθησα ένα ρέμα, τα Αμπέλια και έχασαν τα ίχνη μου. Επήγαινα προς το χωριό Βασιλική που είχε εθνικό στρατό και ομάδα, για να φυλαχθώ. Κοντά στα σύνορα των δύο χωριών, Ριζώματος-Βασιλικής με έφτασαν. Είχαν διατάξει 10 ιππείς και με τον αρχηγό να με πιάσουν. Με κυνηγούσαν, έβριζαν και έριχναν με τα Στεν, χωρίς να μπορούν να με φονεύσουν. Οι σφαίρες τρύπαγαν τα ράσα. Με πλησίασαν και με περιεκύκλωσαν στα 50 μέτρα γύρω-γύρω, φωνάζοντας: κερατά τράγο, πού θα πας; (με έβριζαν ελεεινά). Εγώ ευρισκόμενος εν μέσω κινδύνου, εσήκωσα τα χέρια προς τον ουρανό και εφώναξα από το βάθος της ψυχής: Μιχαήλ Αρχιστράτηγε, σώσε με, κινδυνεύω. Ω του θαύματος! Σαν αστραπή παρουσιάσθη ο Αρχάγγελος Μιχαήλ εις τον αρχηγό. Είδα ένα νέο με σπαθί, που έκοψε τα σχοινιά από την σέλα του αλόγου, τον έριξε κάτω και τον έσπασε την σπονδυλική στήλη.
Οι υπόλοιποι έμειναν ακίνητοι, ωσάν να τους είχε κτυπήσει ηλεκτρισμός. Ακούω μια φωνή, ήταν του αρχηγού τους, να λέγει: Εχεις όριο ζωής και υψηλούς προστάτας. Ευχαριστώ, τους απήντησα. Τους συγχώρησα και τους ευχήθηκα ο Θεός να τους φωτίσει, να μετανοήσουν και να γίνουν καλοί άνθρωποι. Να λέτε την αλήθεια, τους είπα, να έχετε τον Θεό βοήθεια και έφυγα σιγά-σιγά για τον προορισμό μου”.
Η ζωή του έκτοτε και μέχρι της ασθενείας του ήτο μία διαρκής κένωση του εαυτού του υπέρ πάντων. Τον άκουγες να λέγει “Τρέξε παπα- Δημήτρη, τρέξε, ο διάβολος έζωσε και πάλι το χωριό”. Το κομποσχοίνι έλιωνε στα χέρια του υπέρ πάντων και όταν καμμιά φορά αγνοούσε τα ονόματα, μουρμούριζε: “υπέρ του διευθυντού του ΚΤΕΛ, υπέρ του οδοντιάτρου, υπερ…υπέρ…”. Επισκεπτόταν μοναστήρια για πνευματική αναψυχή και δύναμη, είχε αναπτύξει πνευματικό δεσμό με τους μακάριους γέροντες π. Φιλόθεο Ζερβάκο, π. Αμφιλόχιο Μακρή, π. Εφραίμ Κατουνακιώτη, με τους οποίους αλληλογραφούσε και εξωμολογείτο. Αν και ασπούδαστος, είχε ακέραιη ορθόδοξη πίστη, γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα και διάκριση πνευμάτων. Γράφει ο ίδιος: “Όταν το 1971 ήλθαν οι μεγάλοι των ξένων εκκλησιών στα Τρίκαλα, πήγα και τους είδα και λέγω: φύγε παπαδημήτρη ογλήγορα και μην κοιτάς πίσω”.
Όταν του διαγνώσθηκε καρκίνος, τον Φεβρουάριο του 1970 υπεβλήθη σε εγχείριση στον Ευαγγελισμο. Θαύμα μεγάλο και ζωντανό έγινε. Γράφει ο ίδιος σε επιστολή του: “Οι ιατροί του ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ μου το ανήγγειλαν καθαρά το πικρό φιρμάνι.

Εγώ εδόξαζα τον Θεόν, που μου έδωκε αυτό το μεγάλο δώρον, τον καρκίνον, για να με δοκιμάσει. Η εγχείρισις κράτησε 5 ώρες. Τις επόμενες ημέρες είχα μία διάθεση που μου ερχόταν να κατέβω από το κρεββάτι. Δεν αισθανόμουν τίποτα. Το βράδυ, που έμεινα μόνος, ήλθαν δύο άγνωστοι και με φύλαγαν και με ανακούφιζαν. Χαρά Θεού και ευλογία Θεού εκείνο το βράδυ, που δεν μπορώ να περιγράψω. Ολοι εθαύμασαν πως έζησα”. Επέστρεψε ο πατήρ-Δημήτριος στο χωριό του, έχοντας υγεία πλέον, ιδιαίτερα εύθραυστη. Το 1973 νοσηλεύθηκε στο νοσοκομείο ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ για «ανώτερες σπουδές», όπως έλεγε χαριτολογώντας. Ο Θεός προετοίμαζε τον δούλο του. Στις 29/1/1975, μετά πολύμηνους φρικτούς πόνους ο Θεός τον δέχθηκε. Πριν αναχωρήσει για τις σκηνές των δικαίων έλεγε: “Όταν βρώ εκεί θέσιν, τότε θα έρχομαι και θα σας βοηθώ. Αμ, πώς! Θα ξεχάσω τα πνευματικά μου παιδιά;”
του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου – συγγραφέα

"Είμαι ο Χριστόδουλός σας..." - Οκτώ χρόνια από το στερνό αντίο.


του "ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΥ ΒΗΜΑΤΟΣ"

"Είμαι ο Χριστόδουλός σας..." είχε πει και η φράση του ακόμη ακούγεται στα αυτιά μας. Ήταν, είναι και θα είναι "ο Χριστόδουλος μας"...
Το κατάφερε με το πνεύμα του, το σθένος του, τον πατριωτικό του λόγο, την μαχητικότητά του... Οκτώ χρόνια είναι πολλά από το στερνό αντίο... Οκτώ χρόνια σαν σήμερα...
Μετά από πολύμηνη και σκληρή μάχη με την επάρατη νόσο ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος έφυγε από τη ζωή στις 28 Iανουαρίου του 2008 στις 5.15 τα ξημερώματα στην κατοικία του στο Ψυχικό, καθώς οι γιατροί σεβάστηκαν την επιθυμία του να μην μεταφερθεί στο νοσοκομείο....
Ποιός ήταν όλοι το ξέρουμε... Σήμερα μάλιστα έχει φουντώσει μια συζήτηση για τις συνθήκες θανάτου του και έχουν κατατεθεί μέχρι ερωτήσεις στο κοινοβούλιο...
Αλλά ας θυμηθούμε λίγα πράγματα από τη ζωή του και το πως έφτασε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο
Ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος, γεννήθηκε το 1939 στην Ξάνθη και σπούδασε Νομικά και Θεολογία. Χαρισματικός απο τα νεανικά του χρόνια, διδάκτωρ Θεολογίας, πτυχιούχος γαλλικής και αγγλικής γλώσσας, γνώστης ιταλικής και γερμανικής, χειροτονήθηκε διάκονος το 1961 και πρεσβύτερος το 1965.
Εννέα χρόνια ήταν ιεροκήρυκας στο ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου (Παναγίτσα) Φαλήρου, ενώ διετέλεσε επί επτά χρόνια γραμματέας της Ιεράς Συνόδου.
Νεότατος, μόλις 35 ετών το 1974 εξελέγη μητροπολίτης Δημητριάδος, απ΄όπου αναχώρησε, όταν εξελέγη αρχιεπίσκοπος Αθηνών.
Πήρε μέρος σε πολλές εκκλησιαστικές αποστολές στο εξωτερικό, ενώ συνέγραψε πλήθος επιστημονικών και εποικοδομητικών κειμένων. Αρθρογράφησε στον εκκλησιαστικό Τύπο, αλλά και σε εφημερίδες.
Το 1998, μετά το θάνατο του αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, τρείς ήταν οι επικρατέστεροι υποψήφιοι: ο Δημητριάδος Χριστόδουλος, ο Θηβών Ιερώνυμος και ο τότε Αλεξανδρουπόλεως (νύν Θεσσαλονίκης) Ανθιμος.
Εξελέγη αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ο από Δημητριάδος Χριστόδουλος, ο οποίος προκάλεσε αίσθηση στην κοινή γνώμη, από την πρώτη στιγμή που άρχισε να διαβάζει τον «επιβατήριο» λόγο του στον κατάμεστο μητροπολιτικό ναό Αθηνών.
Πολύ γρήγορα, όλοι μιλούσαν για τον αρχιεπίσκοπο, που καλούσε τη νεολαία να πλησιάσει την Εκκλησία «όπως είναι, ακόμη και με το σκουλαρίκι», ζητούσε συγγνώμη απο τους νέους για όσα δεν έγιναν απο τους μεγαλύτερους, ενώ άρχισε αμέσως να ασχολείται με την αναζωογόνηση όλων των υπηρεσιών της Εκκλησίας και κυρίως του φιλανθρωπικού τομέα.
Υπό την ηγεσία του, προάγεται το έργο της Εκκλησίας σ΄ολόκληρο τον κοινωνικό τομέα. Ιδρύονται νέοι οργανισμοί που καλύπτουν τομείς, όπως η βιοηθική, η μέριμνα για τους τοξικομανείς, την κακοποιημένη γυναίκα, την άγαμη μητέρα.
Ο αρχιεπίσκοπος με το λόγο του, είτε απο άμβωνος, είτε σε εκδηλώσεις, είτε σε δηλώσεις του, προκάλεσε αντιδράσεις.  Από τα πιο μεγάλα-αν όχι το μεγαλύτερο- γεγονότα που σημάδεψαν τα πρώτα χρόνια της ποιμαντορίας του ήταν η σύγκρουση με την κυβέρνηση Κ. Σημίτη για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες.
Ιστορικό θα μείνει το συλλαλητήριο της 21ης Ιουνίου 2000...
Ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος, υπήρξε δημοφιλέστατος. Πάντα στις πρώτες θέσεις των δημοσκοπήσεων, έμπαινε στις καρδιές των απλών ανθρώπων. Ο ίδιος έλεγε πως το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η Εκκλησία, οι αγώνες, οι ρίζες και η ταυτότητα του ελληνισμού.
Το τραγικό φινάλε....
Ήταν Σάββατο 9 Ιουνίου 2007 όταν ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση. Τότε επρόκειτο να επισκεφθεί το πατριαρχείο Αλεξανδρείας, λίγες ώρες μετά από μία κουραστική περιοδεία στη Βόρεια Ελλάδα, όπου εμφανίστηκε ακούραστος, δραστήριος, εντυπωσιάζοντας τους πάντες, αφού μέσα σε λίγες ώρες εκφώνησε 19 ομιλίες.
Το πρωί του Σαββάτου, άρχισαν πόνοι, γαστρεντερικές διαταραχές και πυρετός. Δεν το έβαζε κάτω, αρνούμενος να πάει στο γιατρό. Αντίθετα ήθελε να πραγματοποιήσει την επίσκεψη στην Αλεξάνδρεια. Στενοί συνεργάτες του, τον πίεσαν και τον έπεισαν να πάει στο νοσοκομείο. Μπήκε στο Αρεταίειο.
Αρχικά δεν υπήρξε ανησυχία. Θεωρήθηκε μια απλή περίπτωση αδιαθεσίας. Ωσπου τα άσχημα νέα χτύπησαν το πρώτο καμπανάκι, για όγκο στο έντερο. Στη συνέχεια υπεβλήθη σε επέμβαση και ανακαλύπτεται ο όγκος στο ήπαρ.
Ο ασκός του Αιόλου είχε ανοίξει. Παρέμεινε επί μέρες στην εντατική και στη συνέχεια σε θάλαμο νοσηλείας. Η απελπισία άρχισε σιγά-σιγά να κυκλώνει πρώτα τους συνεργάτες και μετά τους γιατρούς. «Κρίσιμη η κτάσταση» έλεγαν. «Λίγες ελπίδες».
Η κοινή γνώμη έχει ήδη αρχίσει να εκδηλώνεται. Πιστοί άρχισαν να συρρέουν στο Αρεταίειο νοσοκομείο. Εκατοντάδες μηνύματα, γράμματα, λουλούδια στον αρχιεπίσκοπο. Επιστήμονες από το εξωτερικό έρχονται να τον εξετάσουν. Η κατάσταση παραμένει κρίσιμη. Ωσπου ο διάσημος Ελληνας χειρουργός Ανδρέας Τζάκης, προσωπικός φίλος του αρχιεπισκόπου, ο οποίος μάλιστα είχε τιμηθεί και από την Ιερά Σύνοδο, έρχεται στην Ελλάδα και δίδει το φως της ελπίδας στον αρχιεπίσκοπο. Η μαγική λέξη ήταν «μεταμόσχευση».
Η επέμβαση, προγραμματίστηκε για το ειδικό κέντρο Τζάκσον Μεμόριαλ που βρίσκεται στο Μαϊάμι και επικεφαλής είναι ο Ανδρέας Τζάκης. Ενα κλίμα αισιοδοξίας αρχίζει πλέον να διακατέχει τον αρχιεπίσκοπο, τους στενούς του συνεργάτες, τους ιεράρχες. Αλλωστε υπάρχουν πολλές περιπτώσεις στην Ελλάδα και μάλιστα κληρικών που ήδη είχαν κάνει, στα χέρια του διάσημου χειρουργού, τη μεταμόσχευση ήπατος και ζούσαν κάτω από καλύτερες συνθήκες και επί χρόνια.
Ο αρχιεπίσκοπος βγαίνει από το νοσοκομείο στις 20 Ιουλίου. Με τρεμάμενη φωνή, εμφανώς συγκινημένος, απευθύνεται στο πανελλήνιο λέγοντας τις φράσεις: «Είμαι ο Χριστόδουλός σας». Εκφράζεται με ελπίδα και αισιοδοξία για τη δεύτερη φάση της περιπέτειας της υγείας του στις ΗΠΑ. Η κυβέρνηση του συμπαρίσταται με τον καλύτερο τρόπο. Το κυβερνητικό αεροσκάφος βρίσκεται στη διάθεση του αρχιεπισκόπου για να τον μεταφέρει στο Μαϊάμι. Μένει στο σπίτι του στο Ψυχικό, μέχρι να φύγει για τις ΗΠΑ, δεχόμενος επισκέψεις φίλων, πιστών και κληρικών. Το κλίμα αισιοδοξίας διατηρείται αμείωτο.
Το Σάββατο 18 Αυγούστου αναχωρεί από το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας. Μέσα σε κλίμα συγκίνησης, ο αρχιεπίσκοπος αποχαιρετά την Ελλάδα, τους συνεργάτες του, τους φίλους και τους εκπροσώπους της κυβέρνησης και των κομμάτων, ζητώντας από τους Ελληνες να προσεύχονται για κείνον.
Στο Μαϊάμι παρέμεινε πενήντα ημέρες, μέχρι να βρεθεί το κατάλληλο μόσχευμα. Λίγο πριν μπει στο Ειδικό Κέντρο Μεταμοσχεύσεων, είχε ήδη αρχίσει να καταβάλλεται ψυχολογικά από την αδημονία. Προσδοκούσε το μόσχευμα για να ολοκληρωθεί η επέμβαση, λαχταρώντας να γυρίσει στην Ελλάδα.
Ηταν Κυριακή 7 Οκτωβρίου, όταν του ανακοινώθηκε ότι βρέθηκε μόσχευμα από νεαρό υγιέστατο δότη, θύμα τροχαίου. Εισήχθη κατευθείαν στο χειρουργείο, όπου όμως λίγες ώρες αργότερα, απλώς διαπιστώνεται ότι υπάρχει μετάσταση της νόσου και η μεταμόσχευση είναι αδύνατη.

Στην κατοικία του στο Ψυχικό παρέμεινε ως το τέλος ο αρχιεπίσκοπος, αρνούμενος να μεταφερθεί στο νοσοκομείο, ακόμη και όταν η κατάσταση της υγείας του είχε αρχίσει να επιδεινώνεται.
Αμέσως μετά την επιστροφή του απο το Μαϊάμι, ο αρχιεπίσκοπος άρχισε να συναντάται με πολιτικούς, ιεράρχες, προκαθημένους Εκκλησιών, φίλους και γνωστούς που εξέφραζαν την επιθυμία να τον δούν. 

Στις 16 Νοεμβρίου επισκέπτεται το Ψυχικό και μένει αρκετά λεπτά με τον αρχιεπίσκοπο, συζητώντας ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής. Στις 21 Νοεμβρίου, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επισκέπτεται τον αρχιεπίσκοπο και έχει μακρά συζήτηση μαζί του. Ακολουθεί, στις 23 Νοεμβρίου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας. 

Ο αρχιεπίσκοπος περνάει μια περίοδο που βλέπει ακατάπαυστα κόσμο. Οχι μόνο δεν κουράζεται, αντίθετα επιθυμεί να συνομιλεί και να συζητεί με τους επισκέπτες του.
Τα πρώτα έντονα σημάδια κατάπτωσης φάνηκαν λίγες ημέρες πρίν απο τα Χριστούγεννα. Οι γιατροί του συνιστούν να λιγοστέψουν οι επισκέψεις. Ο αρχιεπίσκοπος υπακούει. Οι πόνοι έχουν αρχίσει να γίνονται ανυπόφοροι. Οι γιατροί χρησιμοποιούν πολύ ισχυρά αναλγητικά, τα οποία συχνά τον οδηγούν σε βαθύ ύπνο, για πολλές ώρες.
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς αισθάνεται κάπως καλύτερα και καθισμένος στο σαλονάκι του πρώτου ορόφου, δέχεται το νομάρχη Θεσσαλονίκης Π. Ψωμιάδη που με ποντιακά σωματεία λένε τα κάλαντα. Ο αρχιεπίσκοπος απευθύνεται στους νέους και τους δίνει συμβουλές και παρακαταθήκες για το μέλλον τους. Είχε προηγηθεί η δημοσιοποίηση του πρωτοχρονιάτικου μηνύματος του στο οποίο αναφερόταν στην «κοινή μοίρα των ανθρώπων που είναι ο θάνατος» και τόνιζε τη λύση που δίνει μόνο η χριστιανική πίστη.
Ο κόσμος συγκινείται από τα λόγια του, από τη φωνή του που την ακούει και πάλι από τα μέσα ενημέρωσης. Λίγες μέρες αργότερα όμως, είναι πλέον πολύ δύσκολο ακόμη και να σηκωθεί απο το κρεβάτι. Οι γιατροί επιμένουν να μεταφερθεί στο νοσοκομείο για να διαπιστωθεί αν υπάρχουν μεταστάσεις των όγκων. Εκείνος αρνείται επίμονα και στις 14 Ιανουαρίου οι γιατροί εκδίδουν ανακοινωθέν στο οποίο τονίζουν την «περαιτέρω επιδείνωση» της υγείας του.
H κλεψύδρα είχε σωθεί...
Στο παρακάτω φωτογραφικό υλικό και στα βίντεο συγκεντρώσαμε κάποιες από τις σημαντικότερες στιγμές του αθάνατου και άξιου Ποιμενάρχη






Ας κλείσουμε αυτόν τον έλαχιστο φόρο τιμής με μια δική του φράση: 

"Ο Χριστός νίκησε τον θάνατο με τον δικό του θάνατο. "Θανάτω υάνατον πατήσας". Έκτοτε πιά ο θάνατος είναι πρόσκαιρος για μας. Δεν μας κρατάει αιώνια στην ψυχρή του αγκαλιά.

Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος....


Το βιβλίο για τη ζωή του

Το βιβλίο για την ζωή του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου με συγγραφέα τον Σωτήρη Μπαλατσούκα αποτυπώνει ολόκληρη την διαδρομή του και αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της ποιμαντικής του πορείας.
Στο εν λόγω βιβλίο, που φέρει τον τίτλο «Χριστόδουλος – Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος (1998-2008) – Πνευματικός Ηγέτης», ο συγγραφέας αναφέρθηκε στην γνωριμία του με τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Κυρό Χριστόδουλο, αλλά και στην εμπειρία του από τη συνεργασία που είχε μαζί του, ως Διευθυντής του ιδιαιτέρου γραφείου του. Ο ίδιος ο κ. Μπαλατσούκας σε παρουσίαση ολοκλήρωσε την ομιλία του λέγοντας πως "ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος κληροδότησε μια σπουδαία πνευματική κληρονομιά στην Εκκλησία, στην κοινωνία, στον τόπο. Έβαλε τη δική του ανεξίτηλη σφραγίδα για την αγάπη του Χριστού, έχοντας κατά νουν το αγιογραφικό "γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου, καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς".

Πηγή: http://agios-dimitrios.blogspot.gr/


Απολυτίκιον Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου.


Ἡ τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσός ἐκλάμψασα χάρις, τὴν οἰκουμένην ἐφώτισεν, ἀφιλαργυρίας τῷ κόσμῳ θησαυροὺς ἐναπέθετο, τὸ ὕψος ἡμῖν τῆς ταπεινοφροσύνης ὑπέδειξεν. Ἀλλὰ σοῖς λόγοις παιδεύων, Πάτερ, Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τῷ Λόγῳ Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, 1894 μ.Χ. - Φανάρι, Κωνσταντινούπολη



Θέλω να κοινωνήσω στην Τήνο (Ένα συγκλονιστικό θαύμα της Παναγίας Μας)

Σέ κάποια φτωχογειτονιά τοῦ Πειραιᾶ ζοῦσε ἕνα τυφλό παιδάκι, ὁ Νίκος. Ἡ μητέρα του ἦταν καλή, εὐσεβής, ἐνάρετη. Ταχτικά πήγαινε στήν ἐκκλησία καί παρακαλοῦσε τόν Χριστό νά χαρίση φῶς στό παιδί της.
Ὁ πατέρας ἦταν ἀδιάφορος στά θρησκευτικά ζητήματα. Πολλές φορές κορόϊδευε τή γυναῖκα του γιά τή θρησκευτικότητά της. Οὔτε στήν ἐκκλησία πήγαινε, οὔτε σταυρό ἔκανε.Ἡ μάννα ἔτρεξε σ’ ὅλους τούς ὀφθαλμίατρους, γιά νά ἐξετάσουν τοῦ παιδιοῦ της τά μάτια.Ὅλοι τήν ἀπέλπισαν. Δέν ὑπῆρχε θεραπεία μέ τίποτε, Ἀφοῦ ἔκλεισαν οἱ πόρτες τῆς γῆς, ἡ μάννα χτύπησε τοῦ οὐρανοῦ τίς θύρες.
Ἀποφάσισε νά πάει τό παιδί της στήν Τῆνο.
– Γιῶργο, σκέφτηκα νά πάω στήν Τῆνο.
– Τζάμπα θά χαλάσης τά λεφτά σου. Δέν γίνεται τίποτα. Πάρ’ το απόφασι. Ὁ Νίκος θά μείνη τυφλός.
– Ἐγώ μέ τό παιδί θά πᾶμε στή χάρι Της. Ποῦ ξέρεις· τόσα θαύματα γίνονται κάθε χρόνο.
– Θαύματα, εἶπες; Στ’ ἀλήθεια, γυναίκα, πιστεύεις στά παραμύθια τῶν παπάδων; Αὐτά εἶναι λόγια, γιά νά πηγαίνη ὁ κόσμος καί νά ἐκμεταλλεύωνται τούς ἀφελεῖς. Νά μήν πᾶς πουθενά. Ἐγώ λεφτά χαμένα δέν δίνω.
– Ἐγώ θά κοινωνήσω στήν Τῆνο. Θά πάω. Θέλω νά πάω. Κάτι μοῦ λέει μέσα μου νά πάω. Γιά τό Νίκο, τό παιδί μου, ἄς πάμε μαζί. Ἔλα νά παρακαλέσωμε τή Μεγαλόχαρη γιά τό σπλάγχνο μας.
– Εἶσαι ἀνόητη, μοῦ φαίνεται. Δέν πήγαμε σέ «κοτζάμ» καθηγητάδες, δέν γυρίσαμε ἕνα σωρό γιατρούς; Ὅλοι δέν μᾶς εἶπανε τά ἴδια; Σέ ρωτῶ ἔχεις ἐσύ καμμιά ἐλπίδα;
– Ναί ἔχω. Πιστεύω νά μέ λυπηθῆ ἡ Μεγαλόχαρη. Ἕνα τό ’χω ἡ δόλια. Θά μέ καταλάβη.
– Ἐγώ δέν τά πιστεύω αὐτά. Ἀλλά, ἐπειδή ἐπιμένεις, πήγαινε μονάχη σου. Ἐγώ δέν ἔρχομαι.
Πλησίαζε Δεκαπενταύγουστος, ἡ περίοδος τῆς Παναγίας. Ἡ Μαρία ἀποφάσισε νά περάση «δεκαπεντάρι» στήν Τῆνο. Δεκαπέντε μέρες νηστεία, προσευχή, ἀγρυπνία. Κάθε βράδυ πήγαινε στήν Παράκλησι τῆς Παναγίας. Πολλές φορές κοινώνησε, πολλές φορές ἔκλαψε, δάκρυσε, παρακάλεσε τήν Παναγία γιά τό ἄρρωστο παιδί της.
Ὦ! Γλυκειά τοῦ κόσμου Δέσποινα, ξέρεις τόν μοναδικό, τόν μεγάλο καημό τῆς ζωῆς μου. Τό παιδί μου εἶναι τυφλό, τό μονάκριβο ἀγόρι μου. Ὅλα τά παιδιά, Παναγιά μου, βλέπουν, παίζουν, τρέχουν, χαίρονται τόν ἥλιο, τή θάλασσα, τά πάντα, γιατί τό δικό μου νά ζῆ στό σκοτάδι; Ὁ Γυιός Σου, Παναγιά μου πού θεράπευσε τόσους πολλούς τυφλούς, ἀνήμπορους, δυστυχισμένους, ἄς θεραπεύση καί τό παιδί μου. Στίς 15 Αὐγούστου τό νησί πλημμύρισε ξένους προσκυνητές. Ἀπό τά πέρατα τῆς Ἑλλάδας ἔφθασαν πονεμένοι, ἄρρωστοι, παράλυτοι, γιά νά ζητήσουν τήν θεραπεία, τήν βοήθεια τῆς Μεγαλόχαρης.
Ἡ Μαρία σηκώθηκε ἀπ’ τά μεσάνυχτα. Μέ κομμένη ἀνάσα πῆρε τόν ἀνηφορικό δρόμο πρός τήν θαυματουργή εἰκόνα. Σέ λίγο ἀνέβαινε τά μαρμάρινα σκαλοπάτια κρατώντας τό τυφλό παιδί της. Πλησίασε πάλι τήν Παναγία, μέ τά τόσα θαύματα. Γονάτισε μ’ εὐλάβεια, μέ βουρκωμένα μάτια. Παναγιά μου. Αὔριο φεύγομε ἀπ’ τό μυρωμένο, τ’ ὄμορφο νησί σου. Κάμε τό θαῦμα σου, χρυσοπαναγιά μου. Θεράπευσε τό γυιό μου, πού σοῦ ’φερα στήν χάρι Σου.
Ὁ Νίκος γονάτισε δίπλα στήν μητέρα του καί ψιθύρισε: Μεγαλόχαρη, Εἶμαι τυφλό παιδί. Δέν βλέπω τή φύσι, τήν ὄμορφη θάλασσα, τά πράσινα δένδρα. Κόσμο ἀκούω καί κόσμο δέν βλέπω. Σήμερα πού θά φύγωμε γιά τό σπίτι μας, Παναγιά μου, σέ παρακαλῶ γιά τόν πατέρα μου. Χάρισέ του φωτισμό καί σύνεσι. Κάνε τον νά πικραίνη λιγώτερο τήν καλή μου μανούλα. Βοήθησε τόν πατέρα μου νά γίνη καλός ἄνθρωπος. Νά μήν βλαστημᾶ, νά πηγαίνη στήν ἐκκλησία, νά κάνη τόν σταυρό του…Σταυροκοπήθηκε ὁ Νίκος. Τότε ἔνιωσε κάτι ἀλλιώτικο μέσα του. Μισάνοιξε τά βλέφαρα. Κάτι ἄρχισε νά διακρίνη. Ἔβλεπε μαῦρες σιλουέτες νά κινοῦνται.
– Μάννα, βλέπω! βλέπω! βλέπω!- Θαῦμα! Θαῦμα! Δοξασμένο τ’ ὄνομά Σου Παναγία μου!
Μιά μυριόστομη κραυγή ἀκούστηκε: «Θαῦμα! Θαῦμα!»Ἡ Μαρία ἔμεινε ἀρκετή ὥρα δακρυσμένη μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας.Δέν πίστευε στά μάτια της. Ἔβλεπε τό παιδί της νά βλέπη καί δόξαζε ἀπ’ τά τρίσβαθα τῆς καρδιᾶς της τόν Θεό.Καταχαρούμενοι γύρισαν στόν Πειραιᾶ. Ὁ ἄπιστος πατέρας, ὅταν εἶδε μέ τά μάτια του, τό ἐκπληκτικό θαῦμα συγκινήθηκε, ἔκλαψε, ἄλλαξε. Ἔπαψε τίς εἰρωνεῖες, ἄρχισε μ’ εὐλάβεια νά κάνη τό σταυρό του, νά πηγαίνη ταχτικά στήν ἐκκλησία, ἐξωμολογεῖτο, κοινωνοῦσε, δόξαζε τήν δύναμι τοῦ Θεοῦ. Λόγος πικρός δέν ἔβγαινε πιά ἀπό τά χείλη του.Στό σπίτι ἐκεῖνο ὑπῆρχε πόνος, θλῖψις, δάκρυα, σκοτάδι, βρισιά, εἰρωνεία, βάσανα. Τώρα βασιλεύει χαρά, εὐτυχία, φῶς, τραγούδι.Ἡ θεία Κοινωνία, ἡ δροσιά τοῦ Παραδείσου, χάρισαν ὑγεία, χαρά, εὐτυχία.
ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ Ζ. ΛΑΓΟΥΡΟΥ «TA ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗΣ» – Ἐκδόσεις «ΤΗΝΟΣ»




«Θεῖες καί γήϊνες παρηγορίες».

Ἐάν δέν προσκολληθείς στά γήϊνα πράγματα, θά μείνης ἐλεύθερος καί ἀπό τά δεσμά τών θλίψεων. Ἄς μή σαγηνεύεται ἡ καρδιά σου ἀπό τά ὑλικά, γιά νά μή γίνη αἰχμάλωτή τους. Μήν ἀναζητᾶς ἀνάπαυσι καί παρηγορία στίς σαρκικές ἀπολαύσεις, γιατί δέν θ᾿ ἀναπαυθῆς ποτέ σ᾿ αὐτές. Ἀναζήτησε τόν Κύριο, τόν πλάστη καί εὐεργέτη σου. Ὅλα τά ἐπίγεια εἶναι πρόσκαιρα καί ἀπατηλά, μόνο ὁ Θεός καί ἡ ἀγάπη Του μένουν στόν αἰώνα.
Σέ ὥρες μεγάλης θλίψεως καί ἀφορήτου πόνου, ἡ ψυχή, ἐπιζητώντας διέξοδο, στρέφεται, πολλές φορές μέ μανία ἀληθινή, σέ επίγειες παρηγορίες. Ἀναζητᾶ σ᾿ αὐτές τό ἀντίδοτο τοῦ πόνου. Ξεγελασμένη ἔτσι ἀπό τόν διάβολο, ἀφοῦ ἱκανοποιηθῆ γιά λίγο, πέφτει μέσα σέ βαθύτερη θλῖψι καί ἀπόγνωσι.
Γιατί ἡ παρηγορία πού δίνουν τά φθαρτά πράγματα στόν ἄνθρωπο εἶναι κι αὐτή φθαρτή. Γι᾿ αὐτό καί πολλοί πού ἔζησαν ὅλη τους τή ζωή μέσα στίς ἡδονές, φθάνοντας στό τέλος τῆς ζωῆς τους συνειδητοποίησαν πώς τίποτα δέν ἀπόλαυσαν, πώς ὅλα ἦταν φευγαλέο ὄνειρο πού ἄφησε πίσω του μόνο πίκρα.
Ἀδιάκοπα ἡ ψυχή πάσχει καί ὑποφέρει καί βασανίζεται καί παλεύει. Ἀπό τή μιά μεριά οἱ ἐξωτερικές πιέσεις καί τά προβλήματα, πού δέν τήν ἀφήνουν σέ ἡσυχία. Τό ἕνα κακό φεύγει, τό ἄλλο ἔρχεται, τό ἕνα πρόβλημα λύνεται, ἄλλο ἐμφανίζεται. Ἀπό τήν ἄλλη πάλι ἡ ψυχή ταλαιπωρεῖται ἐσωτερικά ἀπό τά πάθη καί τίς συγκρούσεις τους, πού τίς δημιουργοῦν τύψεις, ἀθυμία, πόνο, θυμό, ταραχή, ἀνησυχία.
Ποῦ λοιπόν θά μπορέση ν᾿ ἀκουμπήση λυτρωτικά ἡ ψυχή μέ ὅλα αὐτά; Ποιός θά τῆς δώση εἰρήνη καί ἀνάπαυσι;
Ποιός ἔχει τή δυνατότητα νά τῆς ἐμπνεύση ἡρωϊσμό καί καρτερία γιά τά ἐξωτερικά προβλήματα, ἀλλά καί νά τήν λυτρώση ἀπό τίς ἐσωτερικές συγκρούσεις τῶν παθῶν καί τίς τύψεις;
Ποιός;... Ξέρεις ἄλλον ἀπό τόν Κύριό μας, τόν Ιησοῦ;
Γι᾿ αὐτό λοιπόν νύχτα καί μέρα ἀναζήτα μέ πόνο καί πόθο τόν Κύριο. Ἀναζήτησε Τον μέχρι νά Τόν βρεῖς καί νά Τόν ἀποκτήσης.
Ποῦ θά τόν ἀναζητήσης ὅμως;
Ψάξε σ᾿ ὅλα τά σημεῖα τῆς γῆς· ζήτησέ Τον στά πέρατα τοῦ κόσμου· ζήτησέ Τον στά πλούτη, στή δόξα, στό σωματικό κάλλος, στίς ἀπολαύσεις καί τίς ἡδονές... Πουθενά δέν θά Τόν βρῆς.
Γιατί Ἐκεῖνος σέ κρατᾶ ὁλόκληρο μέσα στά χέρια Του, κι ἐσύ δέν τό γνωρίζεις. Βρίσκεται ὅλος μέσα σου, κι οὔτε αὐτό τό νιώθεις. Ἡ βασιλεία τοῦ οὐρανοῦ μέσα σου εἶναι, μήν τήν ψάχνης σ᾿ ἄλλους τόπους.


Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.




Ἀπό τό βιβλίο: «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ»
Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ
Ἐκδόσεις:“ Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὡρωποῦ Ἀττικῆς"


Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά  Μονή.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ (του Τυφλού) Ευαγγέλιο: Λκ. 18, 35-43

Ο ΠΟΝΟΣ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ.

          Εν ολίγοις
Δύο Κυριακές μετά τα Φώτα η Εκκλησία με τη θεραπεία του Τυφλού της Ιεριχούς έρχεται να μας υπενθυμίσει, ότι  ο  Χριστός  είναι το αληθινό Φως των ανθρώπων. Με αυτό ο άνθρωπος γνωρίζει τον Θεό ως ιατρό και τον εαυτό του που έχει ανάγκη από θεραπεία. Με την πίστη οδηγείται στο δρόμο της θεογνωσίας και της ελευθερίας η οποία αποτελεί τη βαθύτερη ουσία κάθε θεραπείας.
         Η ασθένεια που δεν θεραπεύεται με φαρμακευτικά μέσα προκαλεί στον άνθρωπο απογοήτευση. Ο ασθενής μπορεί να έχει δίπλα του πολλούς ανθρώπους, αλλά βιώνει το αίσθημα της μοναξιάς. Νοιώθει, ότι κανείς απ’ αυτούς δεν μπορεί να τον βοηθήσει ουσιαστικά, δηλ. να τον απαλλάξει από την ασθένεια του. Οπότε απεγνωσμένα αποζητά κάποιον που να έχει ιαματική δύναμη. Έτσι εξηγείται γιατί μέσα στα ευαγγέλια συναντάμε πολλές φορές διηγήσεις που αναφέρουν ότι ο  Χριστός συναναστρέφεται με ασθενείς και μάλιστα με βαρειές και ανίατες ασθένειες.
   Παράδειγμα ο σημερινός τυφλός της Ιεριχούς. Ενώ πολλοί προσπαθούν να καταπνίξουν τη φωνή του για να μην τους ενοχλεί, o Κύριος σταματά, τον προσκαλεί κοντά του, του δίνει το  φως του και επαινεί την πίστη του.
         Ας δούμε αυτά τα δύο σημεία.
    Ο τυφλός της περικοπής μας βρίσκεται ίσως σε κάποια πλεονεκτικότερη θέση από τους άλλους γύρω του. Αν και δεν έχει το φως του, εν τούτοις αναγνωρίζει το Χριστό ως Σωτήρα που μπορεί να τον θεραπεύσει. Για σκεφθείτε, ένας άνθρωπος που βρίσκεται σε απόγνωση και παρά τη σωματική του αδυναμία να δει τα πρόσωπα του όχλου, είχε την πνευματική αίσθηση να διακρίνει, ότι ο Χριστός είναι Αυτός που μπορεί να τον λυτρώσει.
          Και σήμερα συναντούμε ασθενείς που αντιμετωπίζουν τον πόνο της αρρώστιας  με διάφορους τρόπους. Άλλοι τον βλέπουν σαν μια αναπότρεπτη ανθρώπινη μοίρα, άλλοι σαν μια σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης ζωής και κάποιοι άλλοι σαν ένα ανερμήνευτο μυστήριο. Ένας απαισιόδοξος δεν μπορεί να βρει κάποιο νόημα στην αρρώστια ή στον πόνο, όμως έτσι χάνει την ευκαιρία ν’ ανακαλύψει το νόημα της ζωής. Ενώ ο αισιόδοξος παραμερίζει το πρόβλημα του σωματικού πόνου και αναπτύσσει την αίσθηση της ευτυχίας μέσα στις διάφορες καταστάσεις που περιβάλλουν τον άνθρωπο. Ο σημερινός τυφλός είχε λοιπόν  την ικανότητα να ξεπεράσει το πρόβλημα της ασθένειά του.
          Ποια είναι η στάση του Χριστού;
   O Χριστός διδάσκει την καινούργια διδασκαλία Του και αποκαλύπτει το Θεό και τη βασιλεία Του με ωραίες παραβολές και υπέροχους λόγους. Συγχρόνως όμως δείχνει έμπρακτα τη δύναμη αυτής της βασιλείας και το ενδιαφέρον του Θεού για τον άνθρωπο. Διότι ένας Θεός με ωραίες διδασκαλίες και λόγους, αλλά χωρίς αγάπη για την ανθρώπινη περιπέτεια, δεν θα ήταν αληθινός Θεός. Ο Θεός όμως που αποκαλύπτει ο Χριστός είναι Θεός της αγάπης.
          Τίποτε δεν γίνεται χωρίς να το επιτρέπει ο Θεός. Και ό, τι επιτρέπει αυτό στηρίζει το καλό και όχι το κακό, γι’ αυτό και όσα συμβαίνουν μπορούν να συμβάλλουν στην πνευματική προκοπή του ανθρώπου. Για να το επιτύχει όμως αυτό χρειάζεται να πιστεύει και να ελπίζει στο Θεό και την πρόνοιά Του, διότι μόνο μ’ αυτή την προοπτική διατηρείται η ελπίδα και γίνεται δυνατή η μετατροπή του πόνου σε πνευματική ενέργεια. Η αδυναμία μετασχηματίζεται σε δύναμη. «Η γαρ δύναμις μου εν ασθενεία τελειούται».
          Με μια τέτοια δύναμη κατέφυγε ο τυφλός του ευαγγελίου στο Χριστό για να βρει το φως του. Χωρίς αυτή την ελπίδα ο άνθρωπος δεν μπορεί να σταθεί όρθιος απέναντι στη σκληρή πραγματικότητα της ζωής. Καταπονείται από τον πόνο, χάνει το θάρρος του και βλέπει τον αφανισμό του.
          Σήμερα παρατηρούμε να επαναλαμβάνεται το ίδιο φαινόμενο της Ιεριχούς, όχι βέβαια πάντοτε με πιστούς ανθρώπους. Δηλ. υπάρχουν άνθρωποι που προσέρχονται στην Εκκλησία που μέχρι τώρα δεν είχαν καμιά σχέση μ’ αυτή. Ζητούν από τους ιερείς να τους σταυρώσουν, να τους διαβάσουν κάποια ευχή υπέρ υγείας για κάποια σοβαρή ασθένεια που αντιμετωπίζουν ή μια παράκληση και ευχέλαιο για την ίαση τη δική τους ή κάποιου συγγενούς των. Αλήθεια ποιοί; Αυτοί που πριν λίγο δεν πίστευαν, γελούσαν και ειρωνεύονταν με τις ιδέες τέτοιων «αγιοτικών»!
          Ας είναι. Ο Χριστός δίνει τη δυνατότητα και σ’ εκείνους να Τον γνωρίσουν, για ν’ απαλύνει τον πόνο τους με τη χάρη Του. Δεν είναι παράξενο, ότι πολλοί απ’ αυτούς τους ανθρώπους  μέσα στον πόνο και τη θλίψη τους ανακαλύπτουν μια διέξοδο, όχι μόνο για να ελπίσουν σε κάτι καλλίτερο σχετικά με την υγεία τους, αλλά και να στραφούν προς τον Θεό, βρίσκοντας έτσι τον πνευματικό τους προσανατολισμό.
          Η Εκκλησία μας με τη θεραπεία του τυφλού της Ιεριχούς θέλει να μας βοηθήσει για να δούμε και τη δική μας τυφλότητα που την αγνοούσαμε μέχρι τώρα, γιατί αν την γνωρίζαμε, δεν θα είμαστε τυφλοί.
          Εξ άλλου τυφλοί είναι όσοι δεν αναγνωρίζουν τον Ιησού Χριστό ως φως του κόσμου κατά τον άγιο Συμεών το Νέο Θεολόγο.
          Καλή Κυριακή

          π. γ. στ.
Πηγή: http://agiabarbarapatras.blogspot.gr/

Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης.

Της ενθέου αγάπης το πυρ δεξάμενος, υπερβαλλούση ασκήσει εδόθης όλος Θεώ και παράκλησις πολλών ανθρώπων γέγονας, λόγοις θείοις νουθετών, προσευχαίς θαυματουργών, Παΐσιε θεοφόρε, και νυν πρεσβεύεις απαύστως υπέρ παντός του κόσμου, Όσιε.
Oι Άγιοι δεν είναι κορόιδα
Γέροντα, με όλα αυτά που κάνουν οι άγιοι, όταν ζουν, δεν φοβούνται να μην πέσουν σε υπερηφάνεια; Τι τους περάσατε τους αγίους, για κορόιδα; Να υπερηφανευτούν και να χάσουν τη χάρη και να μείνουν μόνο με τις ανθρώπινες δικές τους δυνάμεις;

Οι Προτεστάντες είναι ορφανοί
Σε Προτεστάντη πάστορα που αμφέβαλε για την αξία των αγίων. – Θα σου πω κάτι, δε θέλω όμως να με παρεξηγήσεις, επειδή δεν το λέω από υπερηφάνεια, αλλά από ταπείνωση και αγάπη. Εμείς έχουμε την Παναγία ως μητέρα μας, ενώ εσείς είστε σαν ορφανά δίχως μητέρα, γιατί δεν τη δέχεστε.

Τα φάρμακα μπαλώνουν τρύπες
Δεν παίρνω φάρμακα, όχι γιατί τα περιφρονώ, αλλά γιατί έχω καταλάβει καλά ότι με ένα φάρμακο μπαλώνεις μια τρύπα, αυτό όμως σου ανοίγει μία άλλη. Έτσι έχεις συνέχεια δουλειά χωρίς τελειωμό.

Η ψαλτική να είναι απλή
Η βυζαντινή μουσική δεν επιδέχεται στολίδια και επίδειξη. Όταν κάποιος ψέλνει ανεπιτήδευτα, χωρίς επιδείξεις, έχει μια φυσική ομορφιά και μοιάζει σαν μια γυναίκα που ο Θεός της έχει δώσει φυσική ομορφιά. Όταν, όμως, προσπαθεί να προκαλέσει ακουστική εντύπωση με διάφορα τεχνάσματα, περίτεχνα ισοκρατήματα, τότε μοιάζει σαν μια γυναίκα άσχημη, η οποία με κραγιόν, δαχτυλίδια, σκουλαρίκια και ένα σωρό άλλα, προσπαθεί να δείξει ότι είναι όμορφη. Όμως, μ’ αυτόν τον τρόπο, το μόνο που πετυχαίνει είναι να κάνει τον άλλο να αηδιάζει.

Για όσους δεν θέλουν να πάνε στο στρατό
Για τους νέους που δε θέλουν να πάνε στο στρατό λόγω της καλοπέρασης: Ευλογημένοι, στον πόλεμο του 1940, στο μέτωπο, οι Έλληνες μάλωναν μεταξύ τους για το ποιος θα πάει μπροστά στην πρώτη γραμμή. Οι νέοι τότε τραβούσαν τους μεσήλικες πίσω και τους έλεγαν:Πηγαίνετε εσείς πίσω, γιατί έχετε οικογένεια και παιδιά και αφήστε εμάς μπροστά. Εσείς λέτε πως δυσκολεύεστε και δεν θέλετε να πάτε να υπηρετήσετε!

Στα γεράματα κρυώνουμε εύκολα
Όσο κανείς είναι νέος, πρέπει να αγωνίζεται, διότι, όσο γερνά, δε μπορεί να κάνει τίποτα. Τότε, στα γεράματα, τον πειράζει ακόμα και το ρεύμα που δημιουργείται από την κλειδαρότρυπα!
Ο γιατρός του Γέροντα
Ο δικός μου ο γιατρός είναι στη Δράμα και είναι κτηνίατρος.

Τα αυθάδη παιδιά δέχονται δαιμονικές επιδράσεις;
Τα παιδιά πρέπει να προσέχουν πάρα πολύ το θέμα του σεβασμοί προς τους γονείς. “Όταν τα παιδιά αντί μιλούν και ασεβούν, γίνονται πρώτον αιτία να φύγει η χάρη από αυτά και δεύτερον γίνονται δεκτικά των δαιμονικών επιδράσεων και ενεργειών.

Η αιτία των ψυχοσωματικών ανωμαλιών των νέων
Η μαλθακότητα των σημερινών νέων είναι μία από τις κύριες αιτίες των ψυχοσωματικών ανωμαλιών .

Οι αντιλέγοντες έχουν γέροντα τον Διάβολο
Γέροντα, πως γίνεται μερικοί σε κάθε λόγο να βρίσκουν αντίλογο; Ω, Είναι φοβερό να συζητάς με έναν άνθρωπο που συνήθισε να δικαιολογείται! Είναι σαν να μιλάς με έναν δαιμονισμένο! “Όσοι δικαιολογούνται -ο Θεός να με συγχωρέσει- έχουν γέροντα το Διάβολο. Είναι βασανισμένοι άνθρωποι. Δεν έχουν μέσα τους ειρήνη. Το έχουν κάνει επιστήμη αυτό.

Να μη δίνουμε τον τουρβά μας σε άλλους
Γέροντα, μερικές φορές, Όχι μόνο δυσκολεύομαι να δεχθώ την αδικία, αλλά μετατοπίζω την ευθύνη της πτώσεως μου σε άλλον. Εσύ, όχι μόνο δεν σηκώνεις από αγάπη τον τουρβά του άλλου, αλλά θέλεις να δώσεις και τον δικό σου βαρύ τουρβά, όχι μόνο στον υγιή, αλλά και στον φιλάσθενο. Χρειάζεται να αποκτήσεις πνευματική παλικαριά, για να παίρνεις επάνω σου όλη την ευθύνη της αμαρτίας σου.

Το ατέλειωτο εργόχειρο της μετάνοιας
Η μετάνοια για τον αγωνιζόμενο είναι ένα εργόχειρο που δεν τελειώνει ποτέ. Τους πεθαμένους τους κλαίνε, τους θάβουν, τους ξεχνούν. Τις αμαρτίες θα τις κλαίμε συνέχεια, μέχρι να πεθάνουμε.
Τα καυσαέρια της υπερηφάνειας Όποιος έχει πολλή υπερηφάνεια είναι σκοτισμένος. Το μυαλό του είναι ανταριασμένο, είναι σαν να έχει καυσαέρια.

Ο καλύτερος πολύτεκνος
Ο μεγαλύτερος και καλύτερος πολύτεκνος είναι ό άνθρωπος που αναγεννήθηκε πνευματικά και βοηθάει για την πνευματική αναγέννηση των παιδιών όλου του κόσμου, για να εξασφαλίσουν τις ψυχές τους στον Παράδεισο.

Η ανατροφή του παιδιού
Η ανατροφή του παιδιού αρχίζει από την εγκυμοσύνη. Αν η μητέρα που κυοφορεί συγχύζεται και στενοχωριέται, το έμβρυο μέσα στην κοιλιά της ταράζεται. Ενώ όταν η μάνα προσεύχεται και ζει πνευματικά, το παιδάκι στην κοιλιά της μάνας αγιάζεται.
Όταν η μάνα δεν θέλει το παιδί Όταν η γυναίκα που είναι έγκυος δε θέλει το παιδί, αυτό, πολλές φορές το καταλαβαίνει, τυλίγεται με τον ομφάλιο λώρο και πεθαίνει.

Προσευχή πριν το φαγητό
(Ο Γέροντας θυμάται τα παιδικά του χρόνια). Στο τραπέζι καθόμασταν όλοι μαζί. Κάναμε πρώτα προσευχή και υστέρα αρχίζαμε να τρώμε. Αν άρχιζε κανείς να τρώει, πριν ευλογηθεί το τραπέζι, λέγαμε: «αυτός πόρνευσε». Την έλλειψη εγκράτειας την θεωρούσαμε πορνεία. Είναι διάλυση της οικογενείας να έρχεται ο καθένας στο σπίτι, οποία ώρα θέλει, και να τρώει μόνος του χωρίς να υπάρχει λόγος.

Το διαβατήριο του Παραδείσου
Για να πάει κανείς στον γλυκό Παράδεισο πρέπει να φάει πολλά πικρά εδώ, να έχει το διαβατήριο των δοκιμασιών στο χέρι. Κτήματα στον ουρανό Ο Θεός μας έχει εξασφαλισμένα κτήματα εκεί στον ουρανό .Όταν όμως ζητούμε να μας απαλλάξει από μία δοκιμασία, δίνει αυτά τα κτήματα σε άλλους και τα χάνουμε. Ενώ, αν κάνουμε υπομονή, θα μας δώσει και τόκο.

Το ξεπέρασμα του πόνου
Γέροντα, τι χρειάζεται για να ξεπεράσεις τον πόνο; παλικαριά, βία χρειάζεται. Και τον ανυπόφορο πόνο πως τον αντιμετωπίζει κανείς; Αν είναι κοσμικός, με το τραγούδι, αν είναι πνευματικός άνθρωπος με την ψαλμωδία…



Νεαρός έπεσε σε κώμα μετά από ατύχημα και συνήλθε από θαύμα του Πανορμίτη!

Η διήγηση προέρχεται από επιστολή προς τη Μονή, του Κυρίου Σωτηρίου Λιμνιάτη
Το Μεγάλο Σάββατο του 1961 ο αδερφός μου τράκαρε στον εθνικό δρόμο Άργους-Τριπόλεως, στο συνοικισμό “Κολοκοτρώνη” και τραυμάτισε σοβαρά ένα παλικάρι, τον Ιωάννη Φ… που ζούσε εκεί. Τον μεταφέραμε αμέσως στο Γενικό Νοσοκομείο Τριπόλεως, με σπασμένα πόδια και κάταγμα της βάσεως του κρανίου. Η κατάστασή του ήταν δραματική.
Την άλλη μέρα που πήγα να τον δω, βρισκόταν σε κώμα. Έφυγα πολύ λυπημένος για το γεγονός, αλλά δεν ήξερα τί μπορώ να κάνω για να βοηθήσω τον νεαρό τραυματία.
Τότε θυμήθηκα ότι, πριν από ένα χρόνο είχαμε πάει γαμήλιο ταξίδι με την σύζυγό μου στην Ρόδο, παρατηρήσαμε στο λιμάνι πολύ κόσμο, που πήγαινε στον Πανορμίτη της Σύμης. Μέσα σε αυτούς, είδαμε και μια γριούλα, που βαστούσε μια γλάστρα με βασιλικό.
Από περιέργεια την ρώτησα που την πήγαινε και μου είπε “Την έχω τάξιμο στον Αρχάγγελο Μιχαήλ, ότι ζητήσεις ο Πανορμίτης θα στο δώσει”. ‘Ετσι λοιπόν, επικαλέστηκα την Χάρη Του και είπα “Σώσε τον Αρχάγγελε Μιχαήλ και εγώ θα σου φέρω μια λαμπάδα αγορασμένη από την Τρίπολη, όσο και το ύψος του”.
Ο Γιάννης ήταν σε κώμα εικοσιδύο μέρες, χωρίς να παρουσιάζει καμία βελτίωση. Οι γιατροί είπαν ότι τελειώνει και πήγε η μητέρα του να του κλείσει τα μάτια. Ειδοποιηθήκαμε και μεις από την οικογένειά του και επίσης ειδοποίησαν και το γραφείο τελετών.
Όλη νύχτα προσευχόμουν στον Αρχάγγελο για να τον σώσει. Το επόμενο πρωί, έκπληκτοι όλοι αντιλήφθηκαν ότι ο Γιάννης άρχισε να συνέρχεται. Κάλεσαν μάλιστα και τον αρχίατρο της στρατιωτικής πτέρυγας, για να δει το θαύμα. Εκείνος έστειλε το νοσοκόμο για να φέρει το ειδικό μηχάνημα που τραβά τα φλέμματα. Όταν ελευθέρωσαν την αναπνευστική οδό, ο Γιάννης άνοιξε τα μάτια. Την άλλη μέρα το πρωί, τον μετέφεραν με ασθενοφόρο στην Αθήνα στο νοσοκομείο “Άγιος Σάββας”, όπου χρειάστηκε έξι ολόκληρους μήνες νοσηλείας για να γίνει εντελώς καλά.
Πέρασε ένα διάστημα και θυμήθηκα ότι έπρεπε να εκπληρώσω το τάξιμό μου στον Πανορμίτη. Η ευκαιρία μου δόθηκε τον δεκαπενταύγουστο επιστρέφοντας από την Μονή της Παναγίας της Νεστάνης, λίγο έξω από την Τρίπολη. Φεύγοντας την επόμενη ημέρα για το Άργος, επισκέφθηκα την μητέρα μου στην Τρίπολη και της είπα: “Ας πάρουμε την λαμπάδα που έχω τάξει στον Πανορμίτη, μήπως και μας αξιώσει να πάμε φέτος στη Χάρη Του”. Πήγαμε λοιπόν σε ένα κηροπλαστείο εκεί κοντά και ζήτησα μια λαμπάδα. Την παίρνω αμήχανα και προσπαθώ να υπολογίσω το ύψος που έπρεπε να ‘χει. Την ώρα ακριβώς εκείνη, με χτυπά κάποιος ελαφρά στην πλάτη. Γυρίζω και τί να δω; Βλέπω τον Γιάννη. Η δύναμις του Αρχαγγέλου, τον έστειλε εκεί για να μετρήσω την λαμπάδα στο δικό του ύψος!!!
Τελικά με αξίωσε και πήγα στην Μονή Του στη Σύμη εκείνη τη χρονιά, την ημέρα της Εορτής Του και εκπλήρωσα το τάμα μου. Ο Γιάννης στην συνέχεια παντρεύτηκε, απέκτησε δύο παιδιά και ζει μέχρι σήμερα στην Τρίπολη. Από τότε τον ονομάζουν Λάζαρο της Τρίπολης.
*ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΝΟΡΜΙΤΗ*


Πηγή: http://taxiarxis-kai-arxaggelos-michael.blogspot.gr/

Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης: Ο ιερέας της Σπιναλόγκα.

Σε όσα οξύμωρα συναντούμε γύρω μας λόγω της δικής μας, ανθρώπινης αδυναμίας, πάντα υπάρχει η δυνατότητα να συναντήσουμε πρότυπα φωτεινά, κρυμμένα συχνά στα παραλειπόμενα της ιστορίας.
 Γράφει η Ελένη Ντίνου
Σε αυτές τις μορφές αξίζει να ξαποστάσουμε, να γυρέψουμε δύναμη και καλό παράδειγμα, να στρέψουμε την ανάγκη μας να στηριχτούμε. Πρόσωπα που πιθανόν να μην ταιριάζουν με τους σύγχρονους τεχνοκρατικούς θεούς που μας κυβερνούν, όμως εμπνέουν δύναμη και αισιοδοξία στις ανηφόρες της ζωής …
Κάπως έτσι ήταν ο βίος ενός ιερέα που έγινε φάρος για πολλές πληγωμένες ψυχές. Ο πατέρας Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης ήταν ο παπάς με το τριμμένο ράσο που αγάπησαν οι λεπροί της Σπιναλόγκα.

Ὅλος ὁ ἀγώνας μας γίνεται γιά ἕνα…γράμμα, τό ρο!

Κάπου στο Άγιον Όρος, ένας ασκητής φορούσε ένα χιλιομπαλωμένο, σχεδόν κουρελιασμένο ζωστικό και στην διάρκεια της ολιγόλεπτης συζήτησης με την συντροφιά κάποιων νέων ανθρώπων πήρε ένα θραύσμα από κεραμίδι που βρισκόταν πεταμένο στο χώμα κι έγραψε πάνω σε μια πέτρα την λέξη "άγριος".
Κατόπιν έσβησε το "ρ" κι απόμεινε το "άγιος".  
«Όλος ο αγώνας μας», είπε, «όσων ερχόμαστε στο Άγιον Όρος είναι να διώξουμε αυτό το ρο μεταμορφώνοντας βαθμιαία τον άγριο κοσμικό εαυτό μας σε Άγιο»!


Ἀπολυτίκιον Ἁγίου Ἀθανασίου.

Ἔργοις λάμψαντες ὀρθοδοξίας, πᾶσαν σβέσαντες κακοδοξίαν, νικηταὶ τροπαιοφόροι γεγόνατε· τῇ εὐσεβείᾳ τὰ πάντα πλουτίσαντες, τὴν Ἐκκλησίαν μεγάλως κοσμήσαντες, ἀξίως εὕρατε Χριστὸν τὸν Θεόν, δωρούμενον πᾶσι τὸ μέγα ἔλεος.

Ἀπολυτίκιον Ἁγίου Ἀντωνίου.

Τὸν ζηλωτὴν Ἠλίαν τοῖς τρόποις μιμούμενος, τῷ Βαπτιστῇ εὐθείαις ταῖς τρίβοις ἑπόμενος, πάτερ Ἀντώνιε, τῆς ἐρήμου γέγονας οἰκιστής, καὶ τὴν οἰκουμένην ἐστήριξας εὐχαῖς σου. Διὸ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Πόσο χρόνο έχεις;

π. Δημητρίου Μπόκου

Σὲ μιὰ θαυ­μα­στὴ ἀ­πο­κά­λυ­ψη ὁ χα­ρι­σμα­τι­κὸς Ρου­μά­νος γέ­ρον­τας Ἀρ­σέ­νιος Μπό­κα (1910-1989) εἶ­δε μιὰ με­γά­λη σύ­να­ξη δαι­μό­νων, ὅ­που ὁ ἀρ­χη­γός τους ζή­τη­σε νὰ σκε­φθοῦν τὸ με­γα­λύ­τε­ρο δέ­λε­αρ γιὰ νὰ πα­ρα­σύ­ρουν ὅ­σο τὸ δυ­να­τὸν πε­ρισ­σό­τε­ρους ἀν­θρώ­πους.
Ἕ­νας δαί­μο­νας εἶ­πε νὰ τοὺς ὑ­πο­βά­λουν τὸν λο­γι­σμὸ πὼς δὲν ὑ­πάρ­χει Θε­ός. 
Ἕ­νας ἄλ­λος πρό­τει­νε νὰ τοὺς ἀ­φή­σουν νὰ πι­στεύ­ουν στὸν Θε­ό, ἀλ­λὰ νὰ τοὺς πεί­σουν ὅ­τι δὲν ὑ­πάρ­χει οὔ­τε πα­ρά­δει­σος οὔ­τε κό­λα­ση οὔ­τε ζω­ὴ πέ­ρ’ ἀ­πὸ τὸν τά­φο.
Ὁ δι­ά­βο­λος δὲν ἱ­κα­νο­ποι­ή­θη­κε πλή­ρως, γι­’­αὐ­τὸ ἕ­να τρί­το δαι­μό­νιο εἶ­πε: «Κα­λύ­τε­ρα νὰ ἐ­παι­νοῦ­με τοὺς ἀν­θρώ­πους γιὰ τὴν πί­στη στὸν Θε­ό, στὸν  πα­ρά­δει­σο, στὴν κό­λα­ση καὶ στὴν τε­λι­κὴ κρί­ση,  ἀλ­λὰ ταυ­τό­χρο­να νὰ τοὺς ψι­θυ­ρί­ζου­με ἀ­δι­ά­κο­πα: “Μὴ βι­ά­ζε­στε νὰ με­τα­νο­ή­σε­τε! Ἀ­φῆ­στε το αὐ­τὸ γιὰ τὰ γε­ρά­μα­τά σας. Ὁ θά­να­τος εἶ­ναι ἀ­κό­μα μα­κριά. Τώ­ρα χα­ρῆ­τε τὶς ἀ­πο­λαύ­σεις τῆς ζω­ῆς καὶ ἱ­κα­νο­ποι­ῆ­στε ὅ­λες τὶς ἐ­πι­θυ­μί­ες σας, μιὰ καὶ ἔ­χε­τε ἀρ­κε­τὸ χρό­νο μπρο­στά σας!”
Ἀ­πο­κοι­μί­ζον­τάς τους λοι­πὸν συ­νέ­χεια μ’ αὐ­τὸν τὸν δε­λε­α­στι­κὸ λο­γι­σμό, δὲν θὰ κα­τα­λα­βαί­νουν κα­θό­λου πῶς θὰ περ­νά­ει ὁ και­ρός. Δὲν θὰ παίρ­νουν εἴ­δη­ση πό­τε θά ‘ρχε­ται τὸ τέ­λος τους. Ὁ θά­να­τος θὰ κα­τα­φθά­νει ἀ­προ­ει­δο­ποί­η­τα, θὰ τοὺς βρί­σκει ἀ­προ­ε­τοί­μα­στους καὶ θὰ γί­νον­ται ἔ­τσι γιὰ πάν­τα δι­κοί μας». 
Τό­τε ὁ δι­ά­βο­λος γε­μά­τος ἐν­θου­σια­σμό, χα­ρὰ καὶ βι­α­στι­κὴ λα­χτά­ρα τοὺς εἶ­πε: «Ὄν­τως, αὐ­τὸς εἶ­ναι ὁ κα­λύ­τε­ρος τρό­πος γιὰ νὰ ξε­γε­λοῦ­με τοὺς ἀν­θρώ­πους. Τρέξ­τε λοι­πόν νὰ κά­νε­τε ὅ­πως ἀ­κού­σα­τε ἀ­π’ τὸν συ­νά­δελ­φό σας!»
Μή­πως ἔ­χει δί­κιο ὁ πρω­το­μά­στο­ρας τῆς πο­νη­ριᾶς; Μή­πως ἡ ἀ­λό­γι­στη σπα­τά­λη τοῦ χρό­νου, θη­σαυ­ροῦ ἀ­νε­κτί­μη­του, ἀλ­λ’ ὄ­χι καὶ ἀ­νε­ξάν­τλη­του, εἶ­ναι τε­λι­κὰ ἡ με­γα­λύ­τε­ρη ἀ­νο­η­σί­α; Για­τί ἄ­ρα­γε ἡ φι­λαν­θρω­πί­α τοῦ Θε­οῦ κά­θε μέ­ρα μᾶς ἐ­γεί­ρει «ἐκ τῆς κλί­νης καὶ τοῦ ὕ­πνου» καὶ πα­ρα­τεί­νει τὸν χρό­νο τῆς ζω­ῆς μας; Γιὰ νὰ πα­ρα­δο­θοῦν οἱ καρ­δι­ές μας σὲ κραι­πά­λη, μέ­θη καὶ μέ­ρι­μνες  βιοτικές; (Λουκ. 21, 34). Ἢ μή­πως γιὰ νὰ μᾶς δο­θοῦν πο­λύ­τι­μες εὐ­και­ρί­ες νὰ γνω­ρίσου­με τὸ θέ­λη­μα τοῦ Κυ­ρί­ου, νὰ ἐγ­κα­τα­λεί­ψου­με τὴν ἀ­φρο­σύ­νη τῆς ἁ­μαρ­τί­ας καὶ ἔτσι ἀ­πὸ ἄ­σο­φοι νὰ γί­νουμε σο­φοί; (Ἐ­φ. 5, 15-20).
Καὶ για­τί, ἀ­λή­θεια, θε­ω­ροῦ­με ἀ­νε­ξάν­τλη­το τὸν χρό­νο μας; Ποι­ός μᾶς τὸ ἐγ­γυᾶ­ται αὐ­τό; Μό­νο ὁ δι­ά­βο­λος, ποὺ πα­σχί­ζει μὲ κά­θε τρό­πο νὰ μᾶς ξε­γε­λά­ει καὶ νὰ μᾶς ἀ­πο­κοι­μί­ζει μὲ τὴ δια­ρκῆ ἀ­να­βο­λή. Τί λέ­ει ὁ Χρι­στός; Ἀ­κρι­βῶς τὸ ἀν­τί­θε­το:«Γρη­γο­ρεῖ­τε (μεί­νε­τε ξά­γρυ­πνοι), για­τί δὲν γνω­ρί­ζε­τε τὴν ἡ­μέ­ρα οὐ­δὲ τὴν ὥ­ρα ποὺ ὁ Υἱ­ὸς τοῦ Ἀν­θρώ­που ἔρ­χε­ται» (Ματθ. 25, 13). Καὶ ὅ­ταν ἔλ­θει Ἐ­κεῖ­νος, ὅ­σοι δα­πα­νή­σα­με ὁ­λό­κλη­ρο τὸν χρό­νο μας στὴν ἁ­μαρ­τί­α θὰ ἐ­κλι­πα­ρή­σου­με γιὰ μιὰ στιγ­μὴ με­τα­νοί­ας καὶ δὲν θὰ μᾶς δο­θεῖ.
Στὶς ἡ­μέ­ρες τοῦ Νῶ­ε οἱ ἄν­θρω­ποι, ἀ­γνο­ών­τας τὶς προ­ει­δο­ποι­ή­σεις του, ζοῦ­σαν ἐν­τε­λῶς ἀ­μέ­ρι­μνοι. Ἔ­τρω­γαν, ἔ­πι­ναν, παν­τρεύ­ον­ταν, πω­λοῦ­σαν, ἀ­γό­ρα­ζαν, σὰν νὰ ἐ­πρό­κει­το νὰ μεί­νουν γιὰ πάν­τα στὴ γῆ. Ἦρ­θε ὅ­μως ξαφ­νι­κὰ ὁ κα­τα­κλυ­σμὸς καὶ χά­θη­καν ὅ­λοι (Λουκ. 17, 26-27). Τὸ ἴ­διο δυ­στυ­χῶς συμ­βαί­νει καὶ σὲ μᾶς. Μᾶς νοιά­ζει μό­νο τὸ τώ­ρα. Τὴ στιγ­μὴ αὐ­τὴ νὰ πε­ρά­σου­με κα­λά. Καμ­μιὰ σκέ­ψη τί θὰ γί­νει πα­ρα­πέ­ρα. Ζοῦ­με γιὰ τὴ στιγ­μὴ καὶ χά­νου­με τὴν αἰ­ω­νι­ό­τη­τα. Ὣς τὴν τε­λευ­ταί­α μας πνο­ὴ νο­μί­ζου­με πὼς ἔ­χου­με και­ρὸ καὶ ὅ­λο ἀ­να­βάλ­λου­με τὸ ἔρ­γο τῆς σω­τη­ρί­ας μας. Δὲν σκε­φτό­μα­στε πο­τὲ ὅτι, «ὡς κλέ­πτης ἐν νυ­κτὶ» (Α΄ Θεσ. 5, 2), θά ’ρ­θει κά­πο­τε τὸ τέ­λος.
Γρά­φει κά­ποι­ος: «Θυ­μᾶ­μαι μιὰ ἱ­στο­ρί­α ποὺ δι­ά­βα­σα κά­που γιὰ ἐ­κεῖ­νον τὸν μελ­λο­θά­να­το στὸν και­ρὸ τῆς Τρο­μο­κρα­τί­ας (ἐν­νο­εῖ τὴ «φω­τι­σμέ­νη» Γαλ­λι­κὴ Ἐ­πα­νά­στα­ση), ὁ ὁ­ποῖ­ος δι­ά­βα­ζε ἕ­να βι­βλί­ο μέ­σα στὸ κά­ρο ποὺ τὸν πή­γαι­νε στὴν ἀγ­χό­νη καί, πρὶν ἀ­νέ­βει στὴν γκι­λο­τί­να, ση­μά­δε­ψε τὴ σε­λί­δα στὴν ὁ­ποί­α εἶ­χε φτά­σει» (Jacques Bonnet, Βι­βλι­ο­θῆ­κες γε­μά­τες φαν­τά­σμα­τα). Λὲς καὶ θὰ εἶ­χε τὴν εὐ­και­ρί­α νὰ ξα­να­δι­α­βά­σει! Οὔ­τε ἐ­κεί­νη τὴ στιγ­μὴ δὲν πῆ­ρε εἴ­δη­ση ὅ­τι γι’ αὐ­τὸν εἶ­χε ση­μά­νει ὁ­ρι­στι­κὰ πλέ­ον τὸ τέ­λος τοῦ χρό­νου. Πό­σο τοῦ μοι­ά­ζου­με! Ἡ ἁ­μαρ­τί­α δυ­στυ­χῶς φέρ­νει τύ­φλω­ση καὶ πώ­ρω­ση.
Ὡ­σό­του ἡ ἀ­γά­πη τοῦ Θε­οῦ μᾶς δί­νει χρό­νο, ἂς τὸν ἀ­ξι­ο­ποι­οῦ­με συ­νε­τά. Ὁ χρό­νος εἶ­ναι ὁ με­γα­λύ­τε­ρος θη­σαυ­ρός. Ἂν τὸν σπα­τα­λή­σου­με, δὲν τὸν ξα­να­γο­ρά­ζου­με οὔ­τε μὲ ὅ­λα τὰ λε­φτὰ τοῦ κό­σμου. Δὲν ξα­νάρ­χε­ται πί­σω μὲ τί­πο­τε. 
Ἐ­σύ; Πῶς πᾶς ἀ­πὸ χρό­νο; Ἔ­χεις ἀρ­κε­τόν; Μή­πως λὲς κι ἐ­σύ: «Σή­με­ρα ἁ­μαρ­τά­νω καὶ αὔ­ριο με­τα­νο­ῶ;» Ὁ Κύ­ριος κα­νο­νί­ζει τί θὰ γί­νει αὔ­ριο, ὄ­χι ἐ­σύ. Μὴ «σκο­τώ­νεις» λοι­πὸν ἄλ­λο τὸν πο­λύ­τι­μο χρό­νο σου. Κά­νε σή­με­ρα«ἀρ­χὴν με­τα­νοί­ας». 

(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 378, Ἰαν. 2015)


Το μυστικό για να έχεις πληρότητα ζωής.

«Στην Παλαιστίνη υπάρχουν δύο λίμνες, η λίμνη της Γαλιλαίας και η Νεκρά Θάλασσα.
Το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ότι δέχονται και οι δύο τα νερά του ποταμού Ιορδάνη.
Αλλά η Γαλιλαία δέχεται τα νερά και τα αφήνει να φύγουν προς το Νότο. Η Νεκρά Θάλασσα δέχεται τα νερά του Ιορδάνη και τα κρατάει για τον εαυτό της.
Στη Γαλιλαία υπάρχει υπέροχη ζωή μέσα στην λίμνη και γύρω από αυτήν. Στη Νεκρά δεν υπάρχει ίχνος ζωής.
 Η Νεκρά Θάλασσα δείχνει συμβολικά τι συμβαίνει όταν κάποιος κρατάει πράγματα για τον εαυτό του. Να δέχεσαι και να προσφέρεις. Αυτό είναι το μυστικό για να έχεις πληρότητα ζωής».
Του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιου

Πηγή: http://hellas-orthodoxy.blogspot.gr/

Το ξερό αντίδωρο (ΙΣΤΟΡΙΑ).

Η ιστορία, που θα σας αφηγηθώ είναι πέρα για πέρα αληθινή, όσα απίστευτα στοιχεία και αν έχει. Συνέβη στις αρχές Δεκέμβρη 2007.
Οι έννοιες και οι φροντίδες της καθημερινότητας με είχαν καταβάλει εκείνο τον καιρό και ιδιαίτερα κάποιες οικογενειακές υποθέσεις μου είχαν προκαλέσει μεγάλη στεναχώρια.
Τέλος πάντων σκεφτόμουν, τα έχει αυτά η ζωή. Αυτό, όμως, που ένοιωσα εκείνο το πρωί ήταν για μένα -έτσι σκεφτόμουν τότε- τελειωτικό.
Από την προηγούμενη είχα κάποιες εκκρεμότητες να φέρω σε πέρας και μάλιστα οικονομικές, που με είχαν στενοχωρήσει και με είχαν αγχώσει πολύ. Είχα πάει στο ταμείο των υπαλλήλων της υπηρεσίας που εργάζομαι και είχα εισπράξει το ποσό ενός δανείου 20.000 ευρώ, προκειμένου να εξοφλήσω την τράπεζα η οποία μας έβγαλε το εξοχικό σπίτι σε πλειστηριασμό και προχώρησε σε κατάσχεση. Ήμουν πολύ στεναχωρημένη, γιατί αυτό το σπίτι είχε φτιαχτεί με πολύ μόχθο και κάθε καλοκαίρι πηγαίναμε με τα παιδιά εκεί για διακοπές.
Δεν ήθελα με κανένα τρόπο να το χάσω, αν και οικονομικά ήμουν σε πολύ δύσκολη κατάσταση, αφού βασιζόμουν μόνο στο μισθό μου. Τέλος πάντων ζήτησα από την υπηρεσία δάνειο, για το οποίο μου κρατάνε κάθε μήνα 250 ευρώ από το μισθό.
Μόλις το εισέπραξα σε μετρητά πήγα στην τράπεζα και έστειλα 6.000 ευρώ σε έναν θείο, που είχε καταβάλει εγγύηση για να μη γίνει η κατάσχεση και τα υπόλοιπα 14.000 θα τα έβαζα σε λογαριασμό της τράπεζας, τον οποίο όμως δεν είχα και έπρεπε να τηλεφωνήσω να μου τον πουν. Και ώσπου να τελειώσω με όλα αυτά η τράπεζα έκλεισε.
Έτσι σκέφθηκα να αφήσω τα χρήματα, μαζί με όλα τα χαρτιά, όπως ήταν, μέσα στο αυτοκίνητό μου, στο τσεπάκι της πόρτας του οδηγού. Εκεί ποιός να τα πειράξει. Άλλωστε πρωί-πρωί θα πήγαινα να τα καταθέσω. Ποτέ δεν είχα χάσει κάτι από το αυτοκίνητο. Μάλιστα τα έβαλα σε ένα φάκελο από αυτούς των δημοσίων υπηρεσιών καθώς τους φύλαγα, όταν η ταμίας μας πλήρωνε και μας έβαζε τα χρήματα στο φάκελο.
Εγώ πάντα της γκρίνιαζα γι’ αυτό ότι ο τρόπος αυτός είναι απαρχαιωμένος, αλλά εκείνη εξακολουθούσε το σύστημά της. Έτσι κρατούσα τους φακέλους κι όλο και κάπου μου χρησίμευαν. Ίσως σας κουράζω με λεπτομέρειες αλλά θα δείτε παρακάτω γιατί σας τις αναφέρω.
Εκείνο το πρωί λοιπόν ξεκίνησα να πάω στη τράπεζα για την κατάθεση των χρημάτων. Το αυτοκίνητο, ενώ συνήθως το παρκάρω στην πυλωτή της πολυκατοικίας, εκείνο το βράδυ το είχα παρκάρει λίγο παραπέρα από το σπίτι, γιατί κάποιος μου είχε πιάσει το πάρκιν. Πηγαίνω εκεί που το είχα παρκάρει, πολύ κοντά στο σπίτι και σε σίγουρο μέρος, αλλά το αυτοκίνητο πουθενά. Κοπήκανε τα πόδια μου. Δεν ήταν δυνατόν. Στη γειτονιά. Λίγα μέτρα από το σπίτι.
Ποτέ κανείς δεν είχε παραπονεθεί για κλοπές. Είμαστε ήσυχη γειτονιά. Κόντεψα να τρελαθώ. Δεν ήταν μόνο το αυτοκίνητο που έχασα, κι αν το εύρισκα και πως θα το εύρισκα, και πως θα πηγαίνω στη δουλειά και πως θα πηγαίνει ο γιος μου στο σχολείο που τον πήγαινα εγώ κάθε πρωί, δεν ήταν που δεν είχα καθόλου χρήματα να αγοράσω άλλο, ήταν ότι είχα μέσα και τις 14.000 ευρώ. Πήγα να τρελαθώ πραγματικά.
Και εκτός αυτού και το σπίτι θα έχανα, αφού δεν πρόλαβα να στείλω τα χρήματα στην τράπεζα. Και το αυτοκίνητο και τα χρήματα, αλλά και θα μου κρατούσαν κι από τον μισθό μου 250 ευρώ το μήνα γι’ αυτό το δάνειο. Τρελάθηκα. Ένοιωσα δύσπνοια, κιτρίνισα. Γύρισα στο σπίτι και κάθισα μουδιασμένη. Τώρα τι να κάνω. Παίρνω αμέσως το 100 και καταγγέλλω τη κλοπή. -Τι να σας πω κυρία μου, μου λέει στην άλλη άκρη της γραμμής ο αστυνομικός, στην Αθήνα κάθε μέρα κλέβονται 100 αυτοκίνητα.
Θα δώσουμε τα στοιχεία στα περιπολικά κι αν τύχει και πέσουμε επάνω.. αν είστε τυχερή… πηγαίνετε και στο αστυνομικό τμήμα να κάνετε και μήνυση κατά αγνώστων. Όλα μαύρα…Πηγαίνω στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής μου, κι εκεί τα ίδια. Εκεί ένα παιδί, νέος αστυνομικός, μου φέρνει ένα μπουκαλάκι νερό -πως θα με είδε το παιδί- και μου λέει.
- Ηρεμήστε μπορεί και να το βρείτε…
Γυρίζω σπίτι και περιμένω…Στη στιγμή άρχισα να σκέφτομαι τα γεγονότα. Πως συνέβη αυτό, γιατί συνέβη αυτό, γιατί ο Θεός να μου δώσει αυτή τη δοκιμασία… Εκεί μου ήρθε τότε στο νου μια κουβέντα, που μου είχε πει ένα σεβάσμιος γέροντας κάποτε, που πήγα κοντά του να εξομολογηθώ. Ήμουν τότε πολύ στενοχωρημένη και ανήσυχη για τα παιδιά μου, για τη ζωή μου… έκλαιγα, μιλούσα κι έκλαιγα… τότε μου λέει.
- Μην κλαις. Ο Θεός μας δίνει τις δοκιμασίες για κάποιο λόγο. Είναι, όμως, πατέρας μας και αγαπάει τα παιδιά του. Το καλό μας θέλει. Πρέπει να του έχουμε εμπιστοσύνη. Για κάποιο λόγο μας τα στέλνει όλα τούτα. Μην κλαις. Είναι αμαρτία, γιατί δείχνεις ότι δεν τον εμπιστεύεσαι… Να κάνεις την προσευχή σου και να αφήνεσαι με εμπιστοσύνη στο θέλημά του.
Εγώ, όμως, είμαι ένας άνθρωπος κοσμικός. Ψάχνω βέβαια τα πνευματικά μονοπάτια, αλλά πολύ μικρή είναι η πίστη μου. Θυμήθηκα τα λόγια τούτα του γέροντα και σκέφτηκα ξανά τα γεγονότα κάτω από άλλη ματιά. Για ποιό λόγο γίνονται όλα, για κάποιο λόγο μας στέλνει ο Θεός τις δοκιμασίες. Για λίγο όμως, γιατί ξανά με κυρίευσε η απελπισία, αλλά πάλι ξανασκέφτηκα τα λόγια του γέροντα... Και τότε ξαφνικά θυμήθηκα ότι μου είχε δώσει μια προσευχή να διαβάζω στα δύσκολα αλλά… και στα εύκολα μου είχε πει.
Έψαξα πού την είχα καταχωνιάσει εδώ και τόσα χρόνια -θα είχαν περάσει 8-9 χρόνια από τότε. Τη βρήκα όμως, δεν την είχα πετάξει. Την διάβασα πολλές φορές. Ήταν η προσευχή των πατέρων της Όπτινα. Σε λίγο ξαναπήρα τηλέφωνο το 100. Τίποτα. Το αστυνομικό τμήμα τίποτα. Ήρθε μεσημέρι. Γύρισαν τα παιδιά από τα σχολεία τους. Του είπα τα καθέκαστα. Στεναχωρέθηκαν πολύ. Εγώ μουδιασμένη, αλλά κάπου άρχισα να σκέφτομαι ότι πρέπει να αποδέχομαι αυτά που μου τυχαίνουν στην ζωή. Να έχω εμπιστοσύνη στο Θεό.
Μάλλον, όμως, το ’κανα και αναγκαστικά, αφού δεν μπορούσα να κάνω και τίποτε άλλο. Όμως αυτή η κουβέντα του γέροντα όλο και μεγάλωνε στο μυαλό μου…Όλα γίνονται για κάποιο σκοπό… Όλα γίνονται για κάποιο σκοπό. Άρα πρέπει να σκεφτώ ποιός είναι ο σκοπός, είπα εγώ στον εαυτό μου, αφού αυτή είναι η πάγια τακτική μου, όλα να τα εξηγώ. Έλα, όμως, που ορισμένα είναι πάνω από τη δύναμη του νου μου.
Έτσι πέρασε η μέρα. Κάνοντας τηλεφωνήματα, αγωνιώντας, ξανακάνοντας προσευχή.
Κατά τις 11:30 η ώρα το βράδυ ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο.
- Κυρία μου είμαστε από το αστυνομικό τμήμα Κάτω Πατησίων. Έχετε ένα αυτοκίνητο άσπρο, τάδε μάρκα με τάδε νούμερα. Η καρδιά μου κόντευε να σπάσει.
Ναι. Τι έγινε. Έχουμε εδώ δυο άτομα που είχαν το αυτοκίνητό σας, τους σταματήσαμε για έλεγχο και βρήκαμε το δίπλωμα και τα χαρτιά σας. Ελάτε αμέσως.
Έτρεξα κατευθείαν εκεί. Ήταν δυο νεαροί -όχι κακά παιδιά- με σκυμμένο το κεφάλι.
- Κυρία μου, μου λέει ο διοικητής τι είχατε στο αυτοκίνητό σας εκτός από τα χαρτιά σας; -Χρήματα κύριε διοικητά. -Πόσα; 14.000 ευρώ. Καλά κυρία μου, αφήνουμε τόσα λεφτά στο αυτοκίνητο;
Τι να του πω δίκιο είχε. Βγάζει τότε από το συρτάρι του ένα φάκελο, τον φάκελο της υπηρεσίας μου, που είχα βάλει μέσα τα χρήματα και μου λέει: -Μετρήστε τα.
Κοπήκανε τα πόδια μου. Μα ήταν δυνατόν; Αρχίζω και μετράω.
Τα χρήματα ήταν όλα εκεί δεν έλειπε ούτε ένα ευρώ. Δεν είναι δυνατόν λέω. Πως έγινε αυτό; Ρωτάει τότε ο διοικητής τους νεαρούς. - Τι έγινε παιδιά; Πως και δεν πειράξατε τα χρήματα; Δεν τα βρήκατε;
-Όχι απαντάει ο ένας. Δηλαδή βρήκαμε τον φάκελο, αλλά δεν τον ανοίξαμε. - Γιατί τους ρωτά ο αστυνομικός. -Να καθώς ψάχναμε το αυτοκίνητο, στο ντουλαπάκι μπροστά, του συνοδηγού βρήκαμε τα διπλώματα της κυρίας και των παιδιών της, την άδεια του αυτοκινήτου και βρήκαμε κι έναν φάκελο ίδιο που είχε μέσα ένα κομμάτι ψωμί από την εκκλησία, ξερό.
- Αντίδωρο το λένε, του λέει ο άλλος.
- Ναι αντίδωρο. Ε, και καθώς ψάχναμε βρήκαμε στο τσεπάκι στο πλάι του αυτοκινήτου και αυτό τον φάκελο και είπαμε ότι αντίδωρο θα ’χει πάλι μέσα αυτή, όπως είχε στο άλλο. Φαίνεται ότι θα ’ναι καμιά θρήσκα… Και έτσι δεν ανοίξαμε τον φάκελο...
Μείναμε όλοι άφωνοι. Μαζεύτηκαν όλοι οι αστυνομικοί γύρω-γύρω και κοιτούσαν παραξενεμένοι. Κανείς δε μιλούσε.
Δεν θα σας κουράσω με άλλες λεπτομέρειες. Σε λίγο ήρθαν οι γονείς τους -καλοί άνθρωποι- απέσυρα τη μήνυση και γύρισα σπίτι. Εκεί έγινε πάλι άλλο σκηνικό. Τα παιδιά μου δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι το αυτοκίνητο βρέθηκε άθικτο, μόνο η βενζίνη είχε τελειώσει, και τα χρήματα όλα. Ήταν συγκλονιστικό. Δηλαδή ένα μικρό κομματάκι αντίδωρο μπόρεσε να ανατρέψει μια σειρά γεγονότων. Γιατί, αν είχαν βρει τα χρήματα, σίγουρα τα πράγματα θα έβαιναν αλλιώς. Και πότε το είχα βάλει εκεί το αντίδωρο ούτε που θυμόμουν. Εκείνο το ντουλαπάκι σπάνια το ανοίγω. Και το αντίδωρο θα το είχα από το καλοκαίρι ίσως, που πηγαίνω καμιά φορά σε κάποιο προσκύνημα. Αλλά πάλι πως το έβαλα μέσα στο φάκελο. Ούτε που μπορώ να θυμηθώ.
Σημασία βέβαια έχει πως το γεγονός αυτό με έκανε να βλέπω τη ζωή αλλιώς. Να βλέπω με σεβασμό το καθετί και να αποδέχομαι με σεβασμό σχεδόν με ευγνωμοσύνη ακόμα και τα άσχημα, που μου συμβαίνουν στη ζωή.
Το περιστατικό έγινε αιτία να επηρεαστούν αρκετοί άνθρωποι. Πρώτη εγώ. Μετά τα παιδιά μου, που συνήθως με κοντράρουν πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα, τώρα όλο και συζητούν θέματα πνευματικά και ο μικρός -τελειόφοιτος λυκείου- εφέτος για πρώτη φορά νήστεψε. Αυτό τον καιρό συμμετέχω σε κάποιο μεταπτυχιακό πρόγραμμα και επειδή εκείνη την ημέρα δεν πήγα στο μάθημα εξήγησα στον καθηγητή μου τι είχε συμβεί.
Την άλλη μέρα, όταν του είπα την συνέχεια, κούνησε σκεφτικός το κεφάλι και με παρότρυνε να πάω να κοινωνήσω, πράγμα που έκανα καθώς πλησίαζε η γιορτή του Αγίου Νικολάου. Περιττό να πω ότι ανέφερε το γεγονός σε όλο το τμήμα και έμειναν να με κοιτάζουν όλοι κατάπληκτοι.
Η μητέρα του ενός από τα παιδιά, που είχαν πάρει το αυτοκίνητό μου τηλεφώνησε λίγο μετά τα Χριστούγεννα και μου είπε πως ο γιος της τής ζήτησε να νηστέψει και να πάει να κοινωνήσει, γιατί του έκανε λέει μεγάλη εντύπωση το γεγονός με το αντίδωρο και το ότι δεν είχε συνέπειες η κακή του αυτή πράξη για την οποία και είχε μετανιώσει πικρά…
Οι συνάδελφοι στη δουλειά άκουσαν το γεγονός, ορισμένοι μπορεί να το ξέχασαν, ορισμένοι, όμως, που και μου το θυμίζουν και συχνά κουβεντιάζουμε για το αν υπάρχουν δυνάμεις πάνω από μας, που ρυθμίζουν τις ζωές μας. Και ακόμα η διήγηση του γεγονότος αυτού με έκανε να έρθω κοντά με μια φίλη, που με βοηθά να βαδίσω στον δρόμο τον πνευματικό με όλο και πιο σίγουρα βήματα. Τη λένε Αγγελική.
Τα λόγια αυτά του γέροντα, τα λόγια της προσευχής, τα θυμάμαι πάντα στα δύσκολα, αλλά και στα εύκολα. Αυτή η προσευχή τυπώθηκε στο νου και στην καρδιά μου και τη ψιθυρίζω από τότε συχνά, σχεδόν κάθε μέρα…
«Κύριε…Στις απρόοπτες καταστάσεις μη μ’ αφήσεις να ξεχάσω ότι όλα παραχωρούνται από σένα… Δίδαξε με να δέχομαι με ακλόνητη πεποίθηση ότι τίποτε δεν συμβαίνει, χωρίς να το επιτρέψεις εσύ…
Κύριε, δος μου τη δύναμη να υποφέρω τον κόπο της ημέρας αυτής σε όλη τη διάρκειά της. Καθοδήγησε τη θέλησή μου και δίδαξε με να προσεύχομαι, να πιστεύω, να υπομένω, να συγχωρώ και ν’ αγαπώ. ΑΜΗΝ».
Και μέσα στο τρέξιμο της καθημερινότητας δεν βάζει ο νους του ανθρώπου τι μπορεί να του ξημερώσει και τι πράγματα μπορεί να του συμβούν.
«ΕΝΟΡΙΑΚΑ ΝΕΑ» Αγίου Γεωργίου Διονύσου Αττικής


Πηγή: http://www.agioritikovima.gr/

Για την βλασφημία...

Γέρων Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος
Ένας τεχνίτης επισκέφθηκε κάποτε τον γέροντα και του είπε:
- Πάτερ, βλασφημώ. Αλλά συμβαίνει κάτι παράξενο. Όταν προσπαθώ να βιδώσω μια βίδα κι αυτή δεν βιδώνει, με εξοργίζει. Μόλις όμως βλασφημήσω, αμέσως βιδώνει.
Ατάραχος ο Γέροντας του απαντά:
- Έτσι ήταν επόμενο να γίνει!
Και μπροστά στην έκπληξη του τεχνίτη συνεχίζει:
- Ένας δαίμονας εμποδίζει τη βίδα να βιδώσει κι ένας άλλος σε παροτρύνει να βλασφημήσεις. Μόλις ο δεύτερος σε καταφέρει να βλασφημήσης, φεύγει ο πρώτος από τη βίδα κι αμέσως αυτή βιδώνει! Προσοχή, παιδί μου, να μη βλασφημείς αλλά να προσεύχεσαι όταν εργάζεσαι.

Από το βιβλίο «Υποθήκες ζωής από τη διδασκαλία του πατρός Επιφανίου»
Έκδοσις Ιερού Ησυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνας.

Την ελπίδα της σωτηρίας ποτέ μη χάνης και να βοάς προς τον Θεόν και να κλαις. ( Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης ).

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης
Την ελπίδα της σωτηρίας ποτέ μη χάνης και να βοάς προς τον Θεόν και να κλαις. Ο Θεός ποτέ δεν παραβλέπει μίαν ψυχήν που θέλει να σωθή και μετανοεί, όσον και αν τραυματίζεται εις τον αγώνα. Γνωρίζει ο Θεός, πόσον ασθενής είναι η φύσις μας. Πόθεν θα εύρη την δύναμιν ο πηλός να βαστάζη την πίεσιν του νερού, εάν ο Θεός δεν τον ψήση με την χάριν του Αγίου Πνεύματος; Γνωρίζει ως αλάνθαστος οφθαλμός ότι μόλις μας αφήση, πίπτομεν και χανόμεθα. Δια τούτο δεν μας αφήνει να πειρασθώμεν, όσον ο διάβολος επιθυμεί. Εάν μας άφηνε, συσσώμους θα μας έρριπτε εις την κόλασιν, αλλά ο αγαθός Θεός τον εμποδίζει και τον αφήνει τόσον, όσον δύναται να βαστάξη η κάθε ψυχή. Όσον και αν τραυματισθώμεν εις τον αγώνα, ας μη αποθαρρυνθώμεν, αλλά ας επιμεληθώμεν τας πληγάς μας και ας συνεχίσωμεν τον αγώνα. Βλέποντας ο Θεός τον κόπον μας και την μικράν θέλησιν της σωτηρίας μας, θα μας δώση την νίκην. Μεγάλον κακόν το να χάση το θάρρος του επάνω εις τον αγώνα ο αγωνιστής, διότι αμέσως ο αντίπαλος ορμά με λύσσαν, ίνα τον νικήση. Δια τούτο, παιδί μου, να δίδης θάρρος εις την ψυχήν σου και να ελπίζης. Θα αποθάνω εις τον αγώνα υπέρ της δόξης του Θεού, να λέγης, παρά να λυπήσω τον Θεόν μου, εγκαταλείποντας τον αγώνα μου εναντίον του διαβόλου.

Πηγή: http://elderephraimarizona.blogspot.gr/

Για Μαθηματικά κι όχι μόνο...