Γιατί να πω τα αμαρτήματα μου στον παπά και δεν τα λέω
καλύτερα στην εικόνα του Χριστού;
Είναι γεγονός ότι ο Χριστός μας είναι πανταχού παρών κι όπου
κι αν είμαστε ακούει την προσευχή μας.
Μόνο σε μια περίπτωση ο Κύριος μας, αρνείται να μας ακούσει
και να μας συγχωρέσει.
Όταν ενώ δίπλα μας έχουμε τον εκπρόσωπο Του, τον πνευματικό
ιερέα, εμείς δεν πάμε με ταπείνωση και με απλότητα να εξαγορεύσουμε τα
αμαρτήματά μας σ’ αυτόν, αλλά γεμάτοι εγωισμό, που τόσο πολύ αποστρέφεται ο
Θεός, και ντροπή, για να μην ταπεινωθούμε στον εξομολόγο, καταφεύγουμε στην
άψυχη εικόνα για να πούμε τα αμαρτήματα μας.
Κι επειδή αδελφέ μου, σε βλέπω ακόμη διστακτικό, θα σου
εξηγήσω καλύτερα γιατί δεν είναι σωστός αυτός ο τρόπος εξομολόγησης.
Κατ’ αρχάς, ο Κύριος τη θεία εξουσία της συγχώρεσης των
αμαρτιών μας δεν την έδωσε σε εικόνες ή σε άλλα άψυχα πράγματα, αλλά την έδωσε
στους Αποστόλους Του και στους διαδόχους τους, λέγοντας:
«...λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον. ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας, ἀφίενται
αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται». (Ἰωάν. Κ΄ 22 - 23).
Όπως λοιπόν κι εσύ βλέπεις, επειδή μόνο αυτοί έχουν το
δικαίωμα να συγχωρούν ή όχι, είμαστε υποχρεωμένοι για την αγάπη του Χριστού μας
να καταφεύγουμε στον πνευματικό εξομολόγο κι εκεί, με ταπείνωση και συντριβή
καρδιάς.
Ν’ ανοίξουμε τη γεμάτη από αμαρτίες ψυχή μας και να αφήσουμε
να ξεγλιστρήσουν στο πετραχήλι του ιερέα τα πονηρά φίδια της αμαρτίας, γιατί
όπως λέει ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος:
«ἐάν ὁμολογῶμεν τάς ἁμαρτίας ἡμῶν, πιστός ἐστι καί δίκαιος, ἵνα
ἀφῇ ἡμῖν τάς ἁμαρτίας καί καθαρίσῃ ἡμας ἀπό πάσης ἀδικίας». ( Α΄ Ἰωάν. α΄, 9 ).
Ένας άλλος λόγος που δεν θέλει ο Χριστός μας να καταφεύγουμε
στην άψυχη εικόνα, αλλά στον ιερέα Του, είναι ο εξής:
Η εικόνα δεν είναι σε θέση ούτε να μας συγχωρήσει, αλλά ούτε
και να μιλήσει και να μας συμβουλέψει και συνεπώς να μας βοηθήσει να σηκωθούμε
από τα λαβυρινθώδη πλοκάμια της αμαρτίας.
Η εικόνα δεν μπορεί να μας συγχωρήσει, ούτε να μας βεβαιώσει
ότι μας συγχώρεσε ο Θεός.
Είναι σαν να καταφεύγουμε, μέσα στον ψηλό πυρετό της
αρρώστιας μας, στην εικόνα του φίλου γιατρού μας κι εκεί, να τον παρακαλούμε να
μας θεραπεύσει.
Μα, είναι δυνατόν να γίνει αυτή η θεραπεία, χωρίς εμείς να
πάμε προσωπικά σ’ αυτόν, στο ιατρείο του, να μας εξετάσει, να κάνει τη διάγνωση
και να μας δώσει τα απαραίτητα φάρμακα;
Έτσι κι εδώ, είναι ανάγκη να πάμε προσωπικά στο ιατρείο της
ψυχής, στο εξομολογητήριο.
Εκεί, γονατισμένοι ταπεινά μπροστά στον ιερέα πνευματικό, ας
αποθέσουμε από την κουρασμένη μας ψυχή τ’ αγκάθια και τα τριβόλια των αμαρτιών
μας, για να ακούσουμε τη φωνή του Χριστού μας, που με το στόμα του εξομολόγου
θα μας χαρίσει τη συγχώρεση των αμαρτιών και θα σκορπίσει μέσα μας την ειρήνη
και τη χαρά.
Αρχιμανδρίτου Ελπιδίου Βαγιανάκη