ΨΕΥΤΙΚΗ ΧΑΡΑ



Τὶς ἡμέρες αὐτὲς τοῦ Τριῳδίου, ἀγαπητοί μου, οἱ ἄνθρωποι ἐπινοοῦν τρόπους νὰ χαροῦν. Αὐτὸ ὅμως ποὺ δοκιμάζουν δὲν εἶνε ἀληθινὴ χαρά· εἶνε κάτι ψεύτικο, ἕνα κίβδηλο νόμισμα, ποὺ κακῶς λέγεται χαρά. Ἂν ἀφαιρέσῃ κανεὶς τὴ μάσκα, πίσω ἀπ᾽ αὐτὴν ἀποκαλύπτεται κάτι ποὺ σκοτώνει τὸν ἄνθρωπο, κάτι σὰν τὸ μέλι ποὺ καλύπτει θανατηφόρο φαρμάκι. Ὁ σατανᾶς φτειάχνει τέτοια «γλυκύσματα», πολὺ εὐχάριστα στὸ λαρύγγι, καὶ τὰ προσφέρει, ἀλλὰ μέσα ἔχει κρύψει τὸ δηλητήριο. Εἶνε χαρὰ δηλητηριώδης. Μακριά ἀπ᾽ αὐτήν!
* * *
Σᾶς ἐρωτῶ. Εἶνε χαρὰ τὸ μεθύσι; Πᾶνε στὶς ταβέρνες καὶ πίνουν χωρὶς μέτρο, ἔρχονται στὸ κέφι, νιώθουν εὐφορία. Καὶ μετά;… Ἕνα βράδυ ἐπέστρεφα ἀπὸ μακριὰ κ᾽ εἶχα ἀργήσει, ἦταν 1 μετὰ τὰ μεσάνυχτα. Καθὼς περνοῦσα μέσα ἀπὸ ἕνα χωριὸ τῆς ἐπαρχίας μου, βλέπω τέσσερις νὰ σηκώνουν ἕναν. Φοβήθηκα· νεκρὸς θά ᾽νε, σκέφθηκα. Σταματῶ, κατεβαίνω, καὶ τί νὰ δῶ; Τοὺς ἀκολουθοῦσε μιὰ νέα γυναίκα. ―Τί συνέβη; ρωτῶ· πέθανε; ―Ἄχ, δέσποτα, μακάρι νά ᾽ταν πεθαμένος· μεθυσμένος εἶνε! Ὅταν ἔρχεται στὸ σπίτι, κάνει τὰ πάντα γυαλιὰ – καρφιά· κι ὅταν ξυπνάει τὴν ἄλλη μέρα ζαλισμένος, δὲν ἔχει ὄρεξι γιὰ δουλειά.
 Συνεχίζουμε. Εἶνε χαρὰ αὐτὸ ποὺ νιώθουν οἱ ναρκομανεῖς, ὅσοι παίρνουν τὰ ναρκωτικά; Γέμισε ὁ τόπος ἀπ᾽ αὐτούς. Καὶ ἡ κατάληξι γνωστή· ὅποιος μπῇ σ᾽ αὐτὸ τὸ δρόμο σπανίως γλυτώνει, κατὰ κανόνα καταστρέφεται.
 Κάτι ἄλλο· οἱ χοροὶ ποὺ χορεύουν σήμερα. Δὲ μυρίζουν θυμάρι, ὅπως ἐκεῖνοι ποὺ χόρευαν τὰ παλληκάρια τοῦ Κολοκοτρώνη στὰ ψηλὰ βουνά· εἶνε χοροὶ ἀγρίων, χοροὶ καγκουρώ, μὲ ἐξαλλοσύνες καὶ μὲ ἀπρεπῆ συμπλέγματα. Πλῆθος ἁμαρτήματα διαπράττονται στοὺς χοροὺς αὐτούς. Καὶ ἂν δῆτε τὴν ἑπομένη ἡμέρα αὐτοὺς ποὺ χόρευαν, βαριοῦνται νὰ μιλήσουν. Ὅποιος εἶνε παρατηρητικός, ἕνας ψυχολόγος ἢ γιατρός, μπορεῖ νὰ δῇ ὅτι ὁ διάβολος βάζει ἐπάνω τους μιὰ σφραγῖδα· γύρω – γύρω στὰ μάτια τους σχηματίζεται ὁ κύκλος τῆς Ἀφροδίτης, ἡ χαύνωσις, ἡ ἀποκτήνωσις. Εἶνε χαρὰ αὐτή; Κάποιος σοφὸς εἶπε· Ἂν γιὰ κάθε ἁμάρτημα ποὺ γίνεται στοὺς χοροὺς ἔπεφτε κ᾽ ἕνα ἄστρο, δὲν ξέρω πόσα ἀστέρια θ᾽ ἀπέμεναν στὸ στερέωμα.
 Ἄλλη ἀπατηλὴ ἀπόλαυσι ἡ γαστριμαργία καὶ πρὸ παντὸς ἡ κρεοφαγία. Ταβέρνες καὶ ψητοπωλεῖα λειτουργοῦν κάθε μέρα, καὶ τὴ μεγάλη Σαρακοστή. Ὁ Μέγας Βασίλειος λέει στὸ χασάπη· Ἦρθε ἡ τεσσαρακοστή; κρέμασε τὸ μαχαίρι σου. Ἔτσι γινόταν καὶ στὸ χωριό μου· τὴν Τυρινὴ κρεμοῦσαν τὸ μαχαίρι οἱ χασάπηδες, καὶ τὸ ξεκρεμοῦσαν τὸ Μέγα Σάββατο. Ἁγιασμένες ἐποχὲς ἐκεῖνες. Τώρα γίναμε τόσο κρεοφάγοι ποὺ τὰ ντόπια κρέατα δὲ μᾶς φτάνουν καὶ εἰσάγουμε ἀπὸ ἀλλοῦ (Βουλγαρία, Σερβία). Ἄθεα κράτη ἐφαρμόζουν νηστεία γιὰ λόγους ἐθνικῆς οἰκονομίας, κ᾽ ἐμεῖς; Θὰ πῶ κάτι καὶ μὴ μὲ παρεξηγήσετε – δὲν ἀνήκω σὲ κόμματα ἢ συστήματα· μόνο ἐπὶ Μεταξᾶ διέταξε τὸ κράτος, Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ νὰ μὴν ἐπιτρέπεται τὸ κρέας στὰ ἑστιατόρια. Δὲ νήστευε ὁ λαὸς καὶ ἦρθε τιμωρία· μᾶς τιμώρησε ὁ Θεός, καὶ τότε δὲν εἴχαμε τὸ κρέας ὄχι πιὰ κάθε μέρα ἀλλὰ οὔτε τὸ Πάσχα· τὴ Λαμπρὴ δὲν ὑπῆρχε κρέας. Εὐτυχία θεωροῦσαν ἂν εὕρισκαν πέντε φασόλια ἢ πέντε ῥεβύθια νὰ φᾶνε. Καὶ ἔρχεται πάλι μεγάλη τιμωρία σ᾽ αὐτὸ τὸ ἔθνος, διότι φύγαμε πολὺ ἀπὸ τὸ Θεό. Μὴ θεωρήσετε χαρὰ τὴν τρυφή· εἶνε λάθος.
Θὰ ἐπιμείνω τώρα στὸ «φροῦτο» ποὺ μᾶς ἦρθε ἀπ᾽ τὴ Δύσι, τὰ πάρτυ. Ἐκεῖ ἀγόρια καὶ κορίτσια, ὀργιάζουν κυριολεκτικὰ χωρὶς φραγμό. Γίναμε Σόδομα καὶ Γόμορρα. Ἀλλὰ εἶνε γνωστὸ τὸ βιβλίο «Μυστικὰ πρωτόκολλα τῶν σοφῶν τῆς Σιών»· ἐκεῖ ἀποκαλύπτεται μὲ ποιά μέσα ἡ μασονία σχεδίασε νὰ διαλύσῃ τὴ χριστιανικὴ κοινωνία. Μεταξὺ τῶν ἄλλων λέει· Θὰ διαφθείρουμε τὴ νεολαία μὲ ἀνήθικες διασκεδάσεις. Καὶ πράγματι τὴ διαφθείρουν. Δὲν πρέπει λοιπὸν νὰ μᾶς φοβίζουν αὐτὲς οἱ «χαρές»;
 Συμπερίληψις καὶ ἀποκορύφωμα ὅλων πλέον τῶν κακῶν σημειώνεται τὶς μέρες αὐτὲς μὲ τὸ καρναβάλι. Τὴν ἄλλη Κυριακή, τῶν Ἀπόκρεων, ἡ κατάστασι θὰ εἶνε φρικώδης. Μὴ ζυγίζεις αὐτὰ ποὺ γίνονται μὲ κριτήρια τοῦ κόσμου· ζύγισέ τα μὲ τὴ ζυγαριὰ τοῦ Εὐαγγελίου. Στὸν καρνάβαλο ὑπολόγισε τὶς μεταμφιέσεις, τὰ ἀνώνυμα πειράγματα κάτω ἀπὸ τὴ μάσκα, τὶς ἀπρέπειες, τὴ μέθη, τὴν κρεοφαγία καὶ τὸ ἄμετρο φαγοπότι, τὰ αἰσχρὰ λόγια καὶ τραγούδια· βάλε τὰ αἰσχρὰ βλέμματα, τὰ ἀγγίγματα, τὰ ἀγκαλιάσματα, τὰ φιλήματα· ἀναλογίσου τὶς ἀσέλγειες, τὶς πορνεῖες καὶ τὶς μοιχεῖες, ὅσα γίνονται φανερὰ καὶ ὅσα γίνονται κρυφά, τὰ ὁποῖα «αἰσχρόν ἐστι καὶ λέγειν» (Ἐφ. 5,12). Ἄλλοτε γι᾽ αὐτὰ ὁ ἄντρας θά ᾽παιρνε πιστόλι νὰ σκοτώσῃ τὴ γυναῖκα του ἢ τὸ λιγώτερο θὰ τῆς ἔδινε διαζύγιο. Λόγια καὶ ἐνέργειες, ποὺ ἔξω καταλογίζονται ὡς παράβασις καὶ ἁμαρτία, ἐκεῖ μέσα ἀμνηστεύονται. Ἁγνότης καὶ παρθενία, προσωπικὴ ἀξιοπρέπεια, οἰκογενειακὴ τιμή, ὅλα καταλύονται. Τὶς μέρες αὐτὲς ὀργιάζει ὁ σατανᾶς. Καὶ ἐρωτῶ· εἶνε αἰτία χαρᾶς αὐτά; Καὶ νά ᾽ταν μόνο αὐτά;
Κέντρο καὶ πρότυπο τῶν καρναβάλων ὅλου τοῦ κόσμου θεωρεῖται τὸ καρναβάλι τοῦ Ρίον Ἰανέιρο στὴ Βραζιλία. Γιά ἀκοῦστε τὸν ἀπολογισμὸ μιᾶς χρονιᾶς ἀπὸ τὸ δελτίο τῆς ἀστυνομίας· 5 δολοφονίες, 7 θάνατοι ἀπὸ ἀσφυξία, 22 αὐτοκτονίες, 17 ἀγνοούμενοι, 223 θάνατοι ἀπὸ διάφορες ἀσωτίες, 246 κλήσεις στὸ σταθμὸ πρώτων βοηθειῶν, 103 κλήσεις στὴν πυροσβεστικὴ ὑπηρεσία. Τέτοια πράγματα, θὰ μοῦ πῆτε, δὲν γίνονται ἐδῶ. Ναί, ἀλλ᾽ ἐὰν ἐξακολουθήσῃ ἡ σατανικὴ ἐξέλιξις, ἐκεῖ θὰ φθάσουμε, θὰ γίνουμε Βραζιλία καὶ Δανία.
Ἀπόδειξις τὸ καρναβάλι τῶν Πατρῶν. Θὰ ξέρετε, ὅτι πῆγα ἐκεῖ καὶ ἀγωνίστηκα, καὶ τὸ ὄνομα «Καντιώτης» ἀκούεται γι᾽ αὐτὸ μὲ εἰρωνεία. Ἀλλ᾽ ἐγώ, γνωρίζοντας ἀπὸ ἔγκυρες πηγὲς τὴ σημασία τοῦ ἀγῶνος ἐκείνου, θεωρῶ τιμή μου νὰ μὲ βρίζουν. Ὅταν ἀρχίσαμε τὸν ἀγῶνα ἐκεῖ τὴ δεκαετία τοῦ ᾽50, εἶδα ἀστυνομικοὺς καὶ εἰσαγγελεῖς. Ὁ ἀστυνομικὸς ποὺ μὲ συνέλαβε, μοῦ λέει· ―Ἔχεις ἀπόλυτο δίκιο, πάτερ. Ἐγὼ ἔχω κάνει ἀναφορὰ καὶ αἴτησι στὴν κυβέρνησι. Διάβασε. Δὲ λὲς τίποτα ἐσύ, ἐγὼ τὰ ξέρω τὰ αἴσχη ἐδῶ… Ἕνας δικαστικός, εἰσαγγελεύς, μοῦ λέει στ᾽ αὐτί· ―Κ᾽ ἐμεῖς κάναμε αἴτησι· αὐξάνονται τὰ ἐγκλήματα τὶς ἡμέρες τοῦ καρναβάλου… Καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ἦρθε στὸ φῶς ἕνα τρομερὸ ντοκουμέντο, τὸ ὁποῖο καὶ δημοσίευσα. Παιδίατρος καὶ ἐπὶ δώδεκα χρόνια διευθυντὴς στὸ βρεφοκομεῖο Πατρῶν μὲ βεβαίωσε ὑπευθύνως καὶ ἐνυπογράφως, ὅτι τρεῖς μῆνες μετὰ τὸν καρνάβαλο οἱ γυναικολογικὲς κλινικὲς γεμίζουν ἀπὸ γυναῖκες ποὺ κάνουν ἐκτρώσεις· καὶ ἐννέα μῆνες μετὰ τὸν καρνάβαλο στὸ βρεφοκομεῖο τῆς πόλεως δὲν ἔχουν ποῦ νὰ βάλουν τὰ ἐξώγαμα βρέφη (βλ. «Σπίθα» 202/Φεβρ. 1958). Τί μοῦ λέτε λοιπόν; Σάπισε ἡ κοινωνία, ἔγινε Σόδομα καὶ Γόμορρα. Εἶπα στὴν Ἱερὰ Σύνοδο· Σβῆστε τὴ φωτιὰ στὴν Πάτρα· ἐὰν δὲ τὴν σβήσετε, θὰ ξαπλώσῃ. Καὶ ξάπλωσε ἤδη μὲ ὀλέθριες ἐπιπτώσεις, ἀκόμα καὶ στὴν ἐθνικὴ οἰκονομία, σὲ περίοδο μάλιστα τόσης δυστυχίας.
Ὅλα αὐτά, ποὺ ἐξέθεσα, φαντάζουν στὴν ἀρχὴ σὰν χαρά. Ἡ συνέχεια ὅμως καὶ ἡ κατάληξις ἀποδεικνύουν, ὅτι αὐτὰ δὲν εἶνε ἡ ἀληθινὴ χαρά· εἶνε χαρὰ ψεύτικη. Τέτοιες «χαρὲς» δὲν εἶνε χαρά, εἶνε θάνατος. «Τὰ γὰρ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος» (῾Ρωμ. 6,23).
* * *
Τελείωσα, ἀγαπητοί μου. Αὐτὰ ἦταν ἡ θεωρία. Θέλετε τώρα νὰ προχωρήσουμε στὴν ἐφαρμογή. Θὰ σᾶς δώσω νὰ σηκώσετε δυὸ «πετραδάκια»· τὸ κάνετε; Δὲν εἶνε δύσκολο.
Τὸ πρῶτο «πετραδάκι». Τὴν ἄλλη Κυριακή, ποὺ τὸ καρναβάλι θὰ εἶνε στὸ ἀποκορύφωμα, ἂν πιστεύετε στὸ Χριστό, βάζω πετραχήλι καὶ σᾶς δένω· κανείς καὶ καμμιά νὰ μὴν πάῃ στὸν καρνάβαλο. Γονεῖς, μὴν ἐπιτρέψετε στὰ σπίτια σας πάρτυ καὶ χοροὺς μεταμφιεσμένων. Κι αὐτὸ εἶνε τὸ λιγώτερο. Τί ἄλλο ἀπαιτῶ ἀπὸ σᾶς· δώδεκα ἦταν οἱ ἀπόστολοι καὶ φώτισαν τὸν κόσμο· κ᾽ ἐσεῖς νὰ διαφωτίσετε τοὺς γύρω σας. Μὴ περιορίζεστε στὸν ἑαυτό σας. Εἴμαστε ὑποχρεωμένοι, ἐφ᾽ ὅσον συμφωνοῦμε, νὰ κάνουμε διαφώτισι καὶ νὰ προβάλουμε ἰσχυρὴ ἀντίστασι σὰν γενναῖοι μαχηταὶ τῆς πίστεως. Σύμφωνοι; Πήρατε τὸ πρῶτο «πετραδάκι».
Τώρα τὸ ἄλλο, τὸ ἐλαφρότερο. Λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ὄχι ἐγώ· Στὸ σπίτι σου θά ᾽χῃς τρία πράγματα· εἰκονοστάσι μὲ καντήλι, θυμιατὸ μὲ λιβάνι γιὰ νὰ θυμιάζῃ ἡ γυναίκα σου, καὶ Εὐαγγέλιο ποὺ θὰ τὸ μελετᾶτε ὅλοι. Αὐτὰ εἶνε ὅπλα ἐναντίον τοῦ διαβόλου. Θά ᾽χῃς ὅμως καὶ κάτι ἄλλο, λέει ὁ Χρυσόστομος. Τί; ἕνα μικρὸ κουτάκι, ἕνα κουμπαρᾶ, κ᾽ ἐκεῖ θὰ ῥίχνῃς κάθε φορὰ τὸν ὀβολό σου γιὰ ἐλεημοσύνη. Ἐὰν δὲν κάνῃς ἐλεημοσύνη, δὲν πιάνει ἡ προσευχή. Εἴμαστε σύμφωνοι; Λοιπὸν εὔχομαι τὸ πετραδάκι αὐτὸ νὰ γίνῃ διαμάντι· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Β΄ μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας, ποὺ ἔγινε στὴν αἴθουσα τῆς ὁδ. Ζ. Πηγῆς 44 τῶν Ἀθηνῶν τὴν 22-2-1970

Για Μαθηματικά κι όχι μόνο...